Κοινωνία - ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ | on line Εφημερίδα | www.anagnostis.org | ΑΡΓΟΛΙΔΑ

Σκίτσο - ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ | on line Εφημερίδα | www.anagnostis.org | ΑΡΓΟΛΙΔΑ

Τοπική Αυτοδιοίκηση - ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ | on line Εφημερίδα | www.anagnostis.org | ΑΡΓΟΛΙΔΑ

Τοπική Αυτοδιοίκηση - ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ | on line Εφημερίδα | www.anagnostis.org | ΑΡΓΟΛΙΔΑ

Θα μεταφερθείτε στη νέα σελίδα σε

Δευτερόλεπτα

Σας περιμένουμε στην ηλεκτρονική μας έκδοση

Σας περιμένουμε στην ηλεκτρονική μας έκδοση
Επισκεφθείτε ΤΩΡΑ το site του ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ. www.anagnostis.org. Κλικ στην εικόνα

10/6/10

Όχι φου θειο Μίμη

Άρθρο του Βασίλη Καπετάνιου


Λένε ότι τους ανθρώπους τους θυμόμαστε με μυρωδιές, ήχους , εικόνες και χρώματα. Τον θείο Μίμη τον θυμάμαι πάντα με την μυρωδιά του αναμμένου οινοπνεύματος και την μάνα να του «κόβει» βεντούζες γιατί είχε κρυολογήσει. Εγώ μαζί με την αδελφή μου να παρατηρούμε από την μισάνοιχτη πόρτα η μάνα να κάνει εκείνο το μαγικό με το ποτήρι και το αναμμένό βαμβάκι και την πλάτη του θείου να φουσκώνει μέσα στο ποτήρι. Εμείς νομίσαμε ότι ο θείος πονούσε και αρχίσαμε να φωνάζουμε

Όχι φου θειο Μίμη.

Με την ίδια φράση δακρυσμένοι τον αναζητούσαμε στα δωμάτια του σπιτιού όταν έφυγε μετανάστης στην Αμερική. Η γυάλινη βεντούζα για την αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης τον ρούφηξε στην ξενιτιά. Έγινε πια και αυτός ένας μύθος της παιδικής μας ηλικίας και πάντα τον θυμόμαστε με διάφορες ιδιαίτερες ιστορίες που τον συνοδεύουν στην μνήμη μας. Πρωινό της Κυριακής πίνοντας καφέ και ξεφυλλίζοντας τις κυριακάτικες εφημερίδες στο πατρικό σπίτι η μητέρα μου είπε ότι τον Ιούλιο θα έρθει για λίγες μέρες ο θείος Μίμης. Εκείνη την στιγμή σχεδόν αυτόματα οι ιστορίες για τον θείο Μίμη μπερδεύτηκαν στον μυαλό μου με την πραγματικότητα που μας περιβάλλει.



-Το καρυδάκι στο κυδώνι.

Η γιαγιά η Ματίνα είχε φτιάξει γλυκό κυδώνι και του είχε βάλει σε ένα γυάλινο βάζο. Το έκρυψε στο κάτω δωμάτιο να το έχει αν περνούσε κανένας ξένος να τον κεράσει. Με τις μέρες όμως παρατήρησε ότι το βάζο άρχισε να κατεβαίνει. Στην αρχή υπέθεσε ότι «έδεσε» το γλυκό και ήταν λογικό να κατέβει λίγο η ποσότητα στο βάζο. Όταν ήρθε ο μπάρμπα Πέτρος και πήγε να πάρει το κυδώνι για να τον τρατάρει διαπίστωσε ότι το γλυκό παραέδεσε και είχε κατέβει σε σημαντικό βαθμό η ποσότητα του. Στο βραδινό τραπέζι που ήταν μαζεμένα τα παιδιά της τα ρώτησε ένα ένα αν κάποιο επισκέπτονταν το βάζο με το κυδώνι. Όλοι δήλωσαν αθώοι , η γιαγιά Ματίνα δεν πείστηκε και του είπε ότι το έξυπνο πουλί πιάνεται από τα τέσσερα. Μια μέρα που είχε πάει στην βρύση του χωριού για να πλύνει τα ρούχα, μαζί με άλλες νοικοκυρές χρειάστηκε σαπούνι. Ο θειος Μίμης προθυμοποιήθηκε για να πάει να φέρει. Ενώ οι γυναίκες κάνανε τις ετοιμασίες για την μπουγάδα είδαν να φτάνει τρέχοντας ο μικρός Μίμης .

-Βε τον βανακάνω μαούα μου ουου βε το βανακάνω !!!!

Ο μικρός Μίμης ήταν ο τακτικός επισκέπτης στο γυάλινο βάζο. Έτσι όπως πήγαινε να φέρει τα σαπούνια σκέφτηκε να φάει και μια μικρή κουταλιά. Είδε και ένα μικρό καρυδάκι πάνω στο κυδώνι και όρμησε. Μόνο που το καρυδάκι αυτή την φόρα ήταν μια γλυκατζού μέλισσα και του έπρηξε την γλώσσα.

Κάπως έτσι έγινε και με την πραγματικότητα που ζούμε. Αντί μετά την μεταπολίτευση να στοχεύσουμε στην ανάπτυξη υποδομών και δομών βουτήξαμε στο γλυκό κυδώνι της υπερκατανάλωσης. Μόνο που δεν ξέραμε ότι και ο δήθεν καταναλωτισμός που μας πρόσφεραν απλόχερα έχει και ένα όριο. Το όριο είναι το φαρμακερό κεντρί της μέλισσας. Τα δανεικά επιστρέφονται και η μέλισσα είναι εκεί και περιμένει. Με πρησμένη την γλώσσα πια δεν έχουμε ούτε περιθώρια για να διαμαρτυρηθούμε.



-Τα 19 σουβλάκια.



Όταν γύρισε για πρώτη φορά από την Αμερική θέλησε να δει φίλους και συγγενείς του . Ένα βράδυ παίρνει τον γαμπρό της μεγάλης του αδελφής να πάνε για φαγητό. Πλησιάζει ο σερβιτόρος.

Τι θέλετε;

Τι θα πάρεις; (Ρωτάει ο θείος τον γαμπρό του.)

Ένα σουβλάκι ( Λέει ο άλλος θείος, πιθανόν ντρεπόταν να δώσει κανονική παραγγελία. )

Εντάξει ένα σουβλάκι στον κύριο και δέκα εννέα σε μένα .

Του έδωσε και έφαγε το ένα και μοναδικό του σουβλάκι και ο ίδιος πήρε τα 19 του σουβλάκια και τα απόλαυσε!!!

Αν δεν μιλήσεις , αν δεν προσδιορίσεις τις πραγματικές σου ανάγκες τότε ο άλλος δεν είναι αναγκασμένος να τις ξέρει ούτε να τις ικανοποιήσει.

Ζώντας την ευζωία της μεταπολίτευσης δεν καταλάβαμε ότι εμπλακήκαμε σε ψεύτικες σε εικονικές ανάγκες. Γίναμε καταναλωτές για να ικανοποιήσουμε φαντασιακές ανάγκες. Ποτέ δεν αξιολογήσαμε τις πραγματικές μας ανάγκες, γεμίσαμε το τραπέζι της καθημερινής μας ζωής με φανταχτερές χαρτοπετσέτες, πανάκριβα σερβίτσια για να τα επιδεικνύουμε . Τώρα είμαστε αναγκασμένοι να χορτάσουμε την πείνα μας με το ένα και μοναδικό σουβλάκι το οποίο και θα χρυσοπληρώσουμε.



Η σκουληκαντέρα.

Ήταν μικρός και καθόταν στην αυλή του σπιτιού τους και παρακολουθούσε στον αργολικό κόλπο. Από μακριά έβλεπε και χάζευε τον φιδωτό δρόμο που έφτανε στην πόλη. Ξαφνικά μέσα στα παιδικά του μάτια ξεχωρίζει μια μικρή σκουληκαντέρα. Καθώς την παρατηρούσε έβλεπε την μικρή σκουληκαντέρα να ανεβαίνει, σε κάθε στροφή που ερχόταν προς το χωριό όλο και μεγάλωνε. Στα παιδικά του μάτια, (ήταν πολύ μικρός δεν πήγαινε ακόμα σχολείο) ήταν ένα παράξενο και επικίνδυνο θαύμα. Η σκουληκαντέρα όλο και μεγάλωνε και πλησίαζε προς το χωριό τους και έβγαζε πολύ δυνατό θόρυβο και καπνούς πίσω από την ουρά της . Όταν είδε ότι η σκουληκαντέρα έγινε τεράστια φώναξε σε βοήθεια την αδελφή του την Μαριγώ.

-Μαβώ έ μαβώ ( Μαριγώ) έλα βω , μια σκουληκαντέα μεγάη έχεται στο χωιό θα μας βάει.

Ήταν η πρώτη φορά που έφτανε στο χωριό τους φορτηγό που στο άμεσο μέλλον θα έκανε και χρέη λεωφορείου.

Έτσι και εμείς παθιασμένοι αφελείς καταναλωτές από μακριά βλέπαμε το φορτηγό του δανεισμού σαν μια μικρή σκουληκαντέρα. Δεν δώσαμε καμία σημασία με μια πατημασιά θα την λιώναμε. Αλλά η μικρή σκουληκαντέρα σε κάθε στροφή του φιδωτού δρόμου μεγάλωνε και στο διάβα του χρόνου άρχισε να βγάζει και προειδοποιητικούς καπνούς αλλά και πάλι δεν δώσαμε καμία σημασία . Συνεχίσαμε απτόητοι το πανηγύρι της δήθεν ευζωίας στο αλώνι του χωριού. Τρομάξαμε όταν είδαμε ξαφνικά μπροστά μας το μεγάλο φορτηγό της εθνικής χρεοκοπίας να τσαλαπατάει τους πρώτους στο αλώνι εκεί κοντά στο κεντρικό δρόμο. Και αυτή την ύστατη ώρα πάλι δεν κάνουμε τίποτα. Πανικόβλητοι γεμίζουμε το σάκο με όσα καταναλωτικά αγαθά μπορούμε να σώσουμε και προσπαθούμε να φύγουμε από τον κεντρικό δρόμο που έχει κλείσει το φορτηγό της χρεοκοπίας.



Το καλοκαίρι ο θείος Μίμης θα έρθει πάλι να δει φίλους συγγενείς και αυτή την φορά μάλλον θα του πούμε

- Όχι φου θείο Μίμη, καήκαμε από μόνοι μας..

Υγεία - ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ | on line Εφημερίδα | www.anagnostis.org | ΑΡΓΟΛΙΔΑ