Άρθρο του Βασίλη Καπετάνιου
Η κυρά Ματίνα ζούσε στο Oρεινό Xωριό μαζί με τον άντρα και τα παιδιά της. Προκομμένος γεωργός και μάστορας της πέτρας ο άντρας της ο Γιώργος έκαναν μια καλή περιουσία με τα χωράφια τους και τα ζωντανά τους. Η κυρά Ματίνα είχε μια σοφή γιαγιά, σε αυτήν έμοιαζε και από αυτήν πήρε το όνομα και πολλές γνώσεις για την ζωή και τον άνθρωπο. Η γιαγιά παρέδωσε στην εγγονή την σοφία και την φιλοσοφία της ζωής της. Η κυρά Ματίνα ήξερε και από βότανα και από πρακτική ιατρική. Όταν γεννήθηκε η Σοφούλα της γειτόνισσας με το που βγήκε στην ζωή διαπίστωσε η κυρά Ματίνα που έκανε και χρέη μαμής ότι είχε στραβό σαγόνι. Με δυο κινήσεις την έφτιαξε η κυρά Ματίνα, το ίδιο έγινε και με την Αννούλα την άλλη κοντινή της γειτόνισσα που γεννήθηκε πρόωρα την έσωσε μέσα σε ένα ζεστό κεραμίδι τυλιγμένη με ζεστά μαλλιά προβάτου και βάζοντας πάνω στην θηλή της μάνας της κάποια βότανα για να τα βυζάξει μαζί με το γάλα της μάνας της. Λες και ήταν μοιραίο το άγγιγμα της κυρά Ματίνας πάνω σε αυτά τα δυο κορίτσια, έγιναν και οι δυο νύφες στους δυο γιους της τον Φώτη και τον Νίκο.
Η κυρά Ματίνα ήταν ένας ξεχωριστός άνθρωπος στο χωριό, είχε μια ξεχωριστή στάση ζωής από τους περισσότερους, πάντα περήφανη στα δύσκολα και στους θανάτους και πάντα συγκρατημένη στις χαρές και τις επιτυχίες.
Μια αγαπημένη της συνήθεια ήταν να πηγαίνει στην μεγάλη βρύση και να γεμίζει τις πήλινες στάμνες της με δροσερό νερό. Το τραγούδι να πάει και να έρθει από την βρύση μέχρι το σπίτι της λέγανε ότι ομόρφαινε το μονοπάτι που διάβαινε.
Όπως είπαμε πάντρεψε τους δυο γιους τους με την Σοφούλα και την Αννούλα γειτόνισσες που αγάπησαν τα παιδιά της.
Παντρεύτηκαν την ίδια μέρα, και έγινε πολύ μεγάλο γλέντι στο χωριό. Οι νύφες έφεραν από την πόλη και το πρώτο πικάπ για το γλέντι του γάμου οι πλάκες με τα τραγούδια έκλεψαν την δόξα από το τους κλαρινιτζήδες.
Τα παιδιά της έμεναν σε δυο κοντινά σπίτια που έφτιαξαν σχεδόν μόνα τους με την καθοδήγηση του μάστορα πατέρα τους. Σχημάτιζαν ένα τρίγωνο τα σπίτια τους, μπροστά οι γονείς και πίσω δεξιά και αριστερά υπερυψωμένα τα σπίτια των δυο παιδιών. Η κυρά Ματίνα, διακριτική και προσεκτική δεν ανακατευόταν στα σπίτια των παιδιών της . Πράγμα σπάνιο για την εποχή εκείνη που οι πεθερές είχαν κάποια εξουσία πάνω στις νύφες.
Μόνο ένα προνόμιο κράτησε για τον εαυτό της να πηγαίνει να φέρνει δροσερό φρέσκο νερό από της βρύση. Χρειαζόταν και την βοήθεια του Κυρ Μένιου, του γαιδάρου γιατί κουβαλούσε περισσότερες στάμνες. Συνέχιζε να κάνει την τραγουδιστή της διαδρομή στο λουλουδιασμένο μονοπάτι.
Πρώτη η Σοφούλα παρατήρησε ότι η μια στάμνα αυτή στην δεξιά πλευρά του γαιδάρου έχανε λίγο νερό. Κάτι από σεβασμό κάτι από ντροπή δεν είπε τίποτα στην κυρά Ματίνα. Αλλά της έκανε φοβερή εντύπωση η πεθερά της πανέξυπνη γυναίκα δεν το είχε προσέξει τόσο καιρό. Πανέξυπνη όπως ήταν βρήκε τρόπο για να μάθει αλλά και να υποδείξει το λάθος στην πεθερά της.
- Μάνα να έρθω και εγώ μια μέρα μαζί σου στην βρύση.
Πιάσανε μαζί το τραγούδι πεθερά και νύφη και πήγανε στην βρύση. Η Σοφούλα είδε πόσο όμορφο ήταν αυτό το μονοπάτι με τα πολύ ωραία λουλούδια σου άνοιγε η ψυχή να το περπατάς. Στο γυρισμό η Σοφούλα εκεί στην κεντρική αυλή με τα πολλά λουλούδια η Σοφούλα βρήκε ευκαιρία να της πει για την χαλασμένη στάμνα.
Μάνα ετούτη η στάμνα χάνει νερό, πρέπει να την αλλάξουμε.
Μπα δεν χρειάζεται όλα έχουν τον σκοπό τους .
Μα να κάνεις τόσο κόπο και να πηγαίνει χαμένος;
Τίποτα δεν πάει χαμένο, όλα χρειάζονται αν μπορέσεις να το δεις. Όλα χρειάζονται.
Μάνα να την αλλάξουμε, προχθές οι παζαριώτες φέρανε κάτι πλαστικά δοχεία που χωράνε τρεις φορές όσο οι κάθε μια στάμνα. Μια φορά στις τρεις μέρες θα πηγαίνουμε στην βρύση.
Ναι αλλά θα χάσεις το μονοπάτι.
Μα το νερό πάει χαμένο
Τίποτα δεν πάει χαμένο αρκεί να μπορείς να το δεις να το νοιώσεις και να το καταλάβεις.
Η Σοφούλα το είδε το θέμα σαν ξεροκεφαλιά της πεθεράς της κάτι επίσης πολύ παράξενο γιατί γενικά η κυρά Ματίνα φημιζόταν για την πραότητα του χαρακτήρα της και πάντα ήταν άνθρωπος του διαλόγου.
Αννούλα η πεθερά μας αρχίζει να γερνάει, πάει και έρχεται χρόνια στην βρύση με την χαλασμένη στάμνα και δεν θέλει να την αλλάξει γιατί θα χάσουμε το μονοπάτι, δεν κατάλαβα τι ήθελε να πει.
Θα βρεθεί η ευκαιρία για να την αλλάξει γιατί όλοι θα έχουμε τα πλαστικά παγούρια, θα βρούμε τρόπο να της το πούμε και να αλλάξουμε όλες τις στάμνες.
Και η ευκαιρία ήρθε από ένα πέσιμο, η πεθερά γύρισε τον αστράγαλο της. Μπορεί να τον μάζεψε μόνη της αλλά ήξερε ότι για δέκα πέντε μέρες θα έπρεπε να μείνει όσο πιο ακίνητη μπορούσε. Την τροφοδοσία του νερού την ανέλαβαν οι νύφες. Από το παράθυρο του μεγάλου δωματίου τις είδε να φορτώνουν τον Μένιο με κάτι μεγάλα πλαστικά δοχεία ένα δρομολόγιο και νερό για τρεις μέρες. Πήρε ένα παράξενο χαμόγελο και χαιρέτισε τις νύφες της που πήγαιναν στην βρύση.
Η Αννούλα θαύμασε και αυτή το όμορφο μονοπάτι με τα λουλούδια και χωρίς να το καταλάβει από την ομορφιά των λουλουδιών γέμισε το στόμα της τραγούδια.
Την τρίτη φορά που πήγαινα για νερό οι δυο νύφες είδαν ότι το μονοπάτι με τα λουλούδια αρρώστησε τα λουλούδια έγειραν προς τα κάτω
Λες και θέλουν το τραγούδι της πεθεράς μας είπε η Αννούλα
Την τέταρτη φορά είδαν τα λουλούδια σε άθλια κατάσταση, μόνο θλίψη τους προκαλούσε ο θάνατος των λουλουδιών, καμία διάθεση για τραγούδι. Πολύ βαρετά έκαναν αυτή τη φορά την διαδρομή, πιάστηκε μαυρίλα στην ψυχή τους μέχρι να γυρίσουν στην γεμάτη λουλούδια αυλή τους.
Πήγαν ένα μεγάλο παγούρι στο σπίτι της πεθεράς .
Μάνα να αρχίσεις να πηγαίνεις στο μονοπάτι τα λουλούδια θέλουν το τραγούδι σου. Είπε η Αννούλα
Δεν θέλουν το τραγούδι την χαλασμένη στάμνα θέλουν.
Τι λες καλέ μάνα σωθήκαμε τώρα μόνο κάθε τρεις μέρες πάμε για νερό και δεν χάνουμε ούτε σταγόνα νερό. Είπε η Σοφούλα.
Ναι αλλά η χαλασμένη στάμνα πάντα στα δεξιά του Μένιου φορτωμένη πότιζε με φρέσκο νερό κάθε μέρα το μονοπάτι από την βρύση μέχρι την πόρτα των σπιτιών μας. Στο είπα τίποτα δεν πάει χαμένο, αρκεί να μπορέσεις να το δεις να το νοιώσεις να το καταλάβεις.
Την άλλη μέρα οι χωριανοί δεν μπορούσαν να εξηγήσουν την εικόνα της κυρά Ματίνας με τις δύο νύφες να γυρίζουν από την βρύση τραγουδώντας και τον Μένιο φορτωμένο δυο παγούρια στα αριστερά και δυο παγούρια στα δεξιά και μια παλιά στάμνα δεμένη μαζί τους που έχανε λίγο νερό. Στην βρύση πλησίαζε και ο μπάρμπα Μήτσος με το μουλάρι του φορτωμένο τεράστια πλαστικά παγούρια.
Σοφούλα το χάσες το μυαλό σου και κουβαλάς νερά με την χαλασμένη στάμνα
Τίποτα δεν πάει χαμένο μπάρμπα Μήτσο εσύ έπρεπε να το ξέρεις, αρκεί να μπορέσεις να το δεις , να το νοιώσεις , να το καταλάβεις. Αυτό που φαίνεται χαμένο είναι το μεγαλύτερο κέρδος καμιά φορά. ( Ο μπάρμπα Μήτσος έξυνε το κεφάλι του για να καταλάβει τι του είπε η Σοφούλα. Εκείνη την στιγμή ο Μένιος άφησε ένα ειρωνικό γκάρισμα κοιτώντας προς τον Μπάρμπα Μήτσο)
Μέχρι και ο Μένιος το ξέρει μπάρμπα Μήτσο του είπε η Αννούλα.
Ξέσπασαν όλοι σε γέλια ενώ ο Μένιος συνέχισε τα γκαρίσματα του
Η κυρα Ματίνα χαμογέλασε και κοίταξε με πολύ αγάπη της νύφες της, ήξερε τώρα πια ότι και αυτή άρχιζε να παραδίδει την γνώση και την σοφία του ανθρώπου όπως την παρέλαβε από την γιαγιά της… σε λίγο καιρό περίμενε και τα πρώτα εγγόνια της.
24/6/10
Η στάμνα της πεθεράς και οι νύφες της
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου