Η απέναντι όχθη του Βασίλη Καπετάνιου
Ντρααν ο ήχος της πένας που διαπερνά όλες τις χορδές ενός μπουζουκιού, το πρόσωπο του παππού φωτίζεται και διακόπτει την προετοιμασία του δεύτερου καφέ της ημέρας. Το ηχητικό σήμα κωδικός ότι έλαβε μήνυμα από τον εγγονό του τον Πετράν.
-Παππού ξέρεις πότε θα γίνουν οι εκλογές ; Θα προλάβω να ψηφίσω ;
Ο Πέτρος ήταν μεταπτυχιακός φοιτητής στην Αγγλία , αν οι φοιτητικές διακοπές για το Πάσχα του έδιναν και τον χρονικό περιθώριο για να ψηφίσει θα ήταν μια μεγάλη οικονομική διευκόλυνση για αυτόν. Πολιτικά ακολουθούσε τα χνάρια του συνονόματου παππού του. Πίστευε ότι η ψήφος ήταν το ελάχιστο αλλά μοναδικό αποτελεσματικό όπλο που διαθέτει ένας πολίτης.
-Μάλλον για 6 Μαΐου. ( Ήταν η ηλεκτρονική απάντηση του παππού και συνέχισε την μερακλίδικη ετοιμασία του καφέ του, αλλά διακόπηκε ξανά από το δεύτερο ντρααν στο κινητό τηλέφωνο του.)
-Θα σπάσει ο δικομματισμός;
-Αυγά δαρτά δεν πήζουν …. Σε λίγο θα σου γράψω.
Ο παππούς ετοίμασε τον καφέ και κατέβηκε να τον πιεί στο υπόγειο βασίλειο των βιβλίων και των συλλογών. Ο καφές να αχνίζει μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή σαν ινδιάνος που στέλνει μηνύματα και ο παππούς με τον ενθουσιασμό τηλεγραφητή παλιάς εποχής ξεκινά να γράφει το ηλεκτρονικό κείμενο στον εγγονό του. Από την αμεσότητα του τηλεφώνου παππούς και εγγονός επικοινωνούσαν καλύτερα με γραπτά κείμενα, γιατί τα γραπτά μένουν και πάντα έχουν μέσα τους μια συγ- κίνηση.
-Αγαπημένε μου Πετράν , το ζητούμενο δεν είναι να σπάσει ο δικομματισμός αλλά να επιστρέψουν οι πολίτες στην Πόλη. Αν εμείς οι πολίτες δεν αναζητήσουμε κριτήρια ποιότητας στην πολιτική Πράξη και Λόγο , αν δεν αναζητήσουμε την αμεσότητα της δημοκρατίας στων Ελλήνων τις Κοινότητες δεν αλλάζει τίποτα. Δεν αλλάζει τίποτα αν αντί να είναι δύο είναι τρία ή τέσσερα τα κόμματα που εναλλάσσονται στην εξουσία. Το βασικό ερώτημα που πρέπει να θέσουμε στον εαυτό μας είναι τι είδους δημοκρατία θέλουμε, η κοινοβουλευτική δημοκρατία των αντιπροσώπων έχει τελειώσει. Για να πάμε μπροστά πρέπει να θέτουμε α-πορίες που θα μας οδηγήσουν στα πραγματικά περάσματα της δημοκρατίας. Αν μείνουμε με την απορία για ψευδοδιλλήματα που αυτοί θέτουν απλά στο τέλος θα ανακαλύψουμε ότι αυγά δαρτά δεν πήζουν. Να σου πω λοιπόν και την ιστορία.
Στα δύσκολα και βάρβαρα χρόνια της κατοχής ο Τάκης ο Κόκκινος είχε μια ταβέρνα σε ένα υπόγειο και την δούλευε με την γυναίκα και τα παιδιά του. Κόκκινος ήταν το παρατσούκλι του όχι λόγω πολιτικών φρονημάτων αλλά γιατί όταν θύμωνε γινόταν κατακόκκινος το κοκκίνισμα το είχε πάρει και γιός του ο Φάνης. Στην ταβέρνα κατέβαινες με μια ξύλινη σκάλα , μια σειρά από βαρέλια και μπροστά τους μικρά τσίγκινα τραπεζάκια, στο βάθος το μικρό κουζινάκι. Ο Τάκης βρήκε από την γυναίκα του αμπέλια στην Νεμέα και έτσι σε όλη την διάρκεια της κατοχής είχε καλό κρασί στο μαγαζί του. Για μεζέ δεν υπήρχαν πολλές επιλογές ή αυγά μάτια ή αυγά δαρτά, ( τα χτύπαγε, τα έδερνε μέσα σε μια κούπα και μετά τα έριχνε στο τηγάνι). Τα παιδιά και η γυναίκα του Τάκη ήταν λίγο βαριά στην αντίληψη, δεν ανέβαζαν στροφές από ένα σημείο και μετά. Για τις χαμηλές στροφές της γυναίκας του ο Τάκης αποζημιώθηκε με τους αμπελώνες της Νεμέας. Στην ταβέρνα πάντως με την ήπια επίβλεψη του Τάκη τα κατάφερναν μια χαρά. Ένα μεσημεράκι κατεβαίνει μια παρέα τριών ατόμων στο μαγαζί και κάθονται σε ένα τραπεζάκι μπροστά από ένα βαρέλι.
-Τι θα πάρετε κύριοι; ( Ρώτησε ο Φάνης ο γιος του Τάκη. Τους είχε φέρει ένα κατρούτσο κρασί. Το ύφος του ήταν λες και ήταν σερβιτόρος στην Μεγάλη Βρετανία και είχε να δώσει επιλογές στους πελάτες από ένα μεγάλο κατάλογο εδεσμάτων. Ενώ όλοι ήξεραν το μενού, κόκκινο κρασί και αυγά ή μάτια ή δαρτά. )
-Αυγά μάτια ( είπε ο πρώτος).
-Αυγά δαρτά ( είπε ο δεύτερος).
-Εγώ τα θέλω ομελέτα (είπε ο τρίτος, ο Τάκης τον κοίταξε παράξενα γιατί δεν ήξερε την λέξη ομελέτα αλλά δεν είπε τίποτα).
-Εντάξει κύριοι ( Και έφυγε προς το καμαράκι της κουζίνας με βηματισμό αρχισερβιτόρου στα αυτοκρατορικά ανάκτορα) .
-Μάνα με τους δυο πρώτους συνεννοήθηκα θέλουν αυγά μάτια και αυγά δαρτά, αλλά ο τρίτος θέλει ομελέτα.
-Τι είναι τούτο; (Ρώτησε η κόρη.)
-Δεν ρωτάς τον πατέρα σου; (Πρότεινε η μάνα του.)
-Λείπει και θα αργήσει.
-Μάνα το βρήκα τα θέλει ωμά πηγμένα φιλέτα , το λέει και η λέξη ωμά – λέτα!!!
Αφού ο Φάνης έδωσε την ερμηνεία στρώθηκαν στην δουλειά.
Σε πέντε λεπτά ο μεγαλοσερβιτόρος σερβίρει του δυο πρώτους.
-Δεν φαντάζομαι εμένα να με ξέχασες και να μείνω νηστικός (του είπε ο τρίτος που είχε παραγγείλει ομελέτα).
-Ετοιμάζονται κύριε τα φιλέτα σας. ( Του είπε με στομφώδες ύφος ο Φάνης γιατί είχε αποκωδικοποιήσει στο μυαλό του με επιτυχία την κρυφή λέξη ομελέτα. Οι τρείς φίλοι αντάλλαξαν βλέμμα απορίας, αλλά αν αντί για ομελέτα τους έφερνε φιλέτα θα ήταν η καλύτερη τους).
Άλλοι πελάτες δεν μπήκαν στο μαγαζί , περνάν πέντε λεπτά περνάν και άλλα πέντε και η ομελέτα –φιλέτα πουθενά. Πάντως από τους ήχους μέσα στο καμαράκι φαίνεται ότι κάτι ετοίμαζαν, το στομάχι και οι αδένες των τριών φίλων έφτιαχναν προσδοκίες για καλό μεζέ.
-Ρε Φάνη τι γίνεται με την ομελέτα ;( Φώναξε μετά από πέντε λεπτά ο τρίτος).
-Έρχεται κύριος .(Του φώναξε με λαχανιασμένη φωνή ο Φάνης) .
Πέρασαν άλλα δέκα λεπτά και τα φιλέτα - ομελέτα πουθενά.
-Ρε Φάνη τι θα γίνει, οι άλλοι κοντεύουν να χωνέψουν.
Τότε από το καμαράκι στο βάθος της κουζίνας κάνει την εμφάνιση του ένας έξαλλος Φάνης. Ο λαιμός του πιο κόκκινος και από πυρωμένο σίδερο πάνω στο αμόνι σιδερά . Τα χέρια του να κινούν με απελπισία και μανιασμένα μια κουτάλα μέσα σε ένα κατσαρόλι σαν μανιβέλα παλιού αυτοκινήτου που δεν παίρνει μπροστά. Μια κόκκινη θυμωμένη μανιβέλα έφτασε μπροστά από τον τρίτο πελάτη. Του χύνει με ορμή ο Φάνης στα πόδια ένα κίτρινο χυλό.
-Τα δειρα εγώ, τα δειρε ή μάνα μου τα δειρε η αδελφή μου τα ξανάδειρα εγώ , αυγά δαρτά δεν πήζουν!!!
-Ρε Φάνη εγώ τι σου παράγγειλα; ( Είπε ο πελάτης, προσπαθώντας να κρατήσει την ψυχραιμία του ενώ οι άλλοι δυο προσπαθούσαν να συγκρατήσουν τα γέλια τους).
- Ομελέτα.
-Δηλαδή;
-Ωμά αυγά φιλέτα !!! ( Οι άλλοι δύο πια δεν μπορούσαν να κρατήσουν τα γέλια τους. )
-Ρε Φάνη ομελέτα και αυγά δαρτά είναι το ίδιο πράγμα .
-Γιατί δεν μου το είπες λοιπόν ;
-Και εσύ γιατί δεν ρώταγες;
Κατάλαβε Πετράν , μας έχουν χώσει μέσα στην υπόγεια την ταβέρνα που θα έλεγε και ο Βάρναλης. Ξέρουν πολύ καλά τι θέλουν από εμάς να πουλάνε και να αγοράζουμε τα αυγά ψήφους τους. Μετά έρχονται και σαν πελάτες μας αφήνουν όμως και μια επιλογή στην παραγγελία ή δαρτά ή μάτια , ξαφνικά εμφανίζεται και ένας τρίτος και λέει ότι θέλει ομελέτα. Στην αρχή νομίζουμε ότι είναι κάτι διαφορετικό , άλλος το παίρνει για σωστό και άλλος για λάθος και ο καθένας μας νομίζει ότι θέλει. Και την ώρα που είναι να πληρωθεί ο λογαριασμός απλά και αυτός μας ανακοινώνει ότι και η δική του η παραγγελία αυγά ήταν!!! Κανένας τους δεν μας είπε ότι έχουμε δικαίωμα και στο κοτέτσι, δικές μας είναι οι κότες και τους έχουμε αφήσει να τις διαφεντεύουν , μας δίνουν τα αυγά για να επιβιώνουμε μας κάνουν την χάρη να κατεβαίνουν και στο μαγαζί μας να δίνουν καμιά παραγγελία , να μας κρατάνε στα όρια της επιβίωσης και να διαιωνίζεται η εξουσία τους. Αν τολμήσεις να βγεις από την υπόγεια ταβέρνα που σε ρίξανε θα ανακαλύψεις ότι το κοτέτσι σου ανήκει και μπορείς φτιάξεις και πραγματικά φιλέτα. Σε τούτες τις εκλογές ή βγαίνουμε από την υπόγεια ταβέρνα αναζητούμε το φώς μιας δημοκρατικής πολιτείας ή μάταια προσπαθούμε να πήξουμε τα αυγά δέρνοντας τα για να φτιάξουμε ωμά φιλέτα που δεν μας ζήτησε κανείς. Σου στέλνω και τους στίχους του Βάρναλη.
Έτσι στην σκοτεινή ταβέρνα
Πίνουμε πάντα μας σκυφτοί.
Σαν τα σκουλήκια κάθε φτέρνα
όπου μας έβρει μας πατεί
Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα
Προσμένουμε ίσως κάποιο θάμα!
*Η ιστορία έχει φανταστικά στοιχεία, αλλά «τα αυγά δαρτά δεν πήζουν» είναι ατάκα της κατοχής σε ταβέρνα του Άργους, την μετέφερε ο μπαρμπα- Γιώργης στον γιο του τον Σώτο και έτσι έφτασε σε μένα.

0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου