Η απέναντι όχθη του Βασίλη Καπετάνιου
Ο έφηβος Χαμπής στα δέκα επτά του χρόνια βρέθηκε για μια καλύτερη ζωή στο Λονδίνο, Ιούλιος του 1960. Ο επίγειος παράδεισος έχασε την λάμψη του από τις πρώτες μέρες της ζωής του εκεί. Σκληρή δουλειά στο γκαράζ και ύπνος στο τραπέζι της κουζίνας. Κρατούσε τις 32 λίρες για το εισιτήριο της επιστροφής. Δεν ήθελε να γυρίσει πίσω ηττημένος, όπως είχε προβλέψει ο σκληρός πατέρας του. Σε ένα πάρκο κοντά στο γκαράζ που δούλευε, πήρε την απόφαση να παλέψει για μια καλύτερη ζωή. Έπρεπε να κόψει κάθε δυνατότητα επιστροφής στην Κύπρο. Στο περίπτερο που ήταν απέναντι του ξόδεψε 5 λίρες, τεράστιο ποσό για την εποχή, σε λιχουδιές και τσιγάρα. Με 28 λίρες δεν είχε τρόπο επιστροφής. Στρίμωξε τον δεκαεφτάχρονο εαυτό του στο ρινγκ της ζωής, ήταν αποφασισμένος να τον αναγκάσει να παλέψει μέχρις εσχάτων. Συνέχισε την καθημερινή βιοπάλη και επικοινωνούσε με άλλα μέλη της Κυπριακής παροικίας, αναζητώντας μέσα από πληροφορίες καλύτερη δουλειά, την διέξοδο για μια καλύτερη ζωή. Δύο μήνες μετά την απόφαση του να παραμείνει στο Λονδίνο τον επισκέπτεται ο Γιαννής, ένας συγχωριανός του. Εκείνος είχε πάει έξι μήνες νωρίτερα.
-Πως τα περνάς Χαμπάκη;
-Ε, δεν πάω καλά, αλλά δεν λέω και να γυρίσω πίσω. ( Και του εξιστορεί τα καθημερινά του βάσανα.)
-Κρατήσου, έτσι ήμουνα και εγώ, θα βρούμε καλύτερη δουλειά.
Τελικά ο φίλος του πληροφορήθηκε ότι έψαχναν εργάτες στο εργοστάσιο που έφτιαχναν λουκάνικα, το Γουόλς Σόσιτζες, ( Wall΄s Sausages). Πήγανε μαζί και ο έφηβος μπήκε στο γραφείο του υπεύθυνου προσωπικού για το κλασσικό ίντερβιου
(συνέντευξη). Με την επάρκεια αγγλικών τα κατάφερε αλλά τα πράγματα δυσκόλεψαν όταν ο υπεύθυνος του ζήτησε να σηκώσει τα μανίκια για να δει τα χέρια.
-Μάλλον την χάσαμε την δουλειά ( μονολόγησε ο Χαμπής, όταν πρόσεξε τους μύες του προσώπου του εξεταστή να ζωγραφίζουν δυσαρέσκεια , το δέρμα των χεριών του ήταν ποτισμένα από τα λάδια και τα πετρέλαια του γκαράζ).
-Καλά , καλά, πήγαινε και θα σε ειδοποιήσουμε . ( Ακόμα περιμένει απάντηση! )
-Τι έγινε Χαμπή, πως πήγε η συνέντευξη , τι σου είπε;
- Τι να μου πει, τα είπαν όλα τα χέρια μου.
Αλλά από ότι φαίνεται η κουζίνα με όλες τις διαστάσεις της , της πείνας, του ύπνου, του μαγειρέματος αλλά και της επαγγελματικής ενασχόλησης ήταν το κισμέτ του Χαμπή από την γέννηση του μέχρι τα βαθιά του γεράματα. Βέβαια στο τέλος κατόρθωσε και ταίριαξε και τα δύο, μηχανουργείο και ψησταριά. Για δεκαετίες η ψησταριά από το γκαράζ του όταν επέστρεψε μόνιμα στην Κύπρο έστελνε μηνύματα καπνού στην ευρύτερη περιοχή ότι Χαμπής και φίλοι πελάτες τέλειωναν την μέρα του γύρω από την αναμμένη φουκού*.
Ένας άλλος συγγενής του βρήκε δουλειά στο υπόγειο μιας μικρής οικογενειακής επιχείρησης παραγωγής κρέατος. Ευτυχώς εκεί δεν πέρασε από συνέντευξη. Δούλευε με ένα Πολωνό και το γιο του ιδιοκτήτη, έφτιαχναν διάφορα προϊόντα κρέατος. Τα πουλούσαν στον πάνω όροφο. Καλύτερα λεφτά, μικρότερο ενοίκιο, περίσσευαν κάποια χρήματα και η παρέα του άρχισε να του μαθαίνει την νυχτερινή ζωή του Λονδίνου, μπυραρίες, ποτά, ξενύχτια. Ο μεσήλικας Πολωνός τον συμπάθησε γιατί ήταν καλός και γρήγορος δουλευτής αλλά ένα ελάττωμα είχε ο Χαμπής. Με τις παρέες που έμαθε και τις 4 λίρες που περίσσευαν από το βδομαδιάτικο το αφιέρωνε στις ηδονές της νύχτας, δεν πήγαινε στην ώρα του.
-Χαμπή ( του είπε ο Πολωνός) εγώ δεν πρόκειται να σε καρφώσω στο αφεντικό, αλλά κοίτα να δουλέψεις εδώ κοντά μου ένα εξάμηνο κα με ότι μαζέψεις να πας να βρεις καλύτερη δουλειά να βγάζεις περισσότερα λεφτά.
Η συνεργασία του Χαμπή θα κρατούσε περισσότερο από έξι μήνες αν δεν ερχόταν σε εναντίωση με ένα άλλο πατρικό πρότυπο τον Άγγλο, το αφεντικό.
Είχε συμπληρώσει πέντε μήνες στην Αγγλία ήρθαν τα Χριστούγεννα, μέρες που είχε πολύ δουλειά το μαγαζί στον πάνω όροφο και το αφεντικό ζήτησε να τον βοηθήσουν. Ο Πολωνός έγνεψε ναι, ο Χαμπής ακολούθησε. Σάββατο δεν δούλευαν, αλλά αφού ήταν ανάγκη είπαν να πάνε. Δούλεψαν με πολύ ένταση όλο το Σάββατο από το πρωί μέχρι το απόγευμα. Στο τέλος της ημέρας το αφεντικό τους κάλεσε να πάρουν την αμοιβή για την έξτρα εργασία τους. Τελικά η εκμετάλλευση των αφεντικών διαχρονικά είναι ίδια σε όλες τις χώρες σε όλες τις ιστορικές περιόδους. Με ύφος ηγεμόνα που απονέμει χάρη, δίνει μια λίρα για την εξαντλητική δουλειά από το πρωί μέχρι το βράδυ στον Πολωνό και μία στον Χαμπή.
-Λοιπόν τα λέμε και το άλλο Σάββατο. ( Ο Πολωνός κούνησε συγκαταβατικά το κεφάλι. Ο Χαμπής τώρα δεν έβλεπε τον Άγγλο αλλά τον αυστηρό και σκληρό πατέρα –αφέντη να του επιβάλλει δουλειές στην πατατοφυτεία. Έφυγε από την Κύπρο για να ξεφύγει από τον πατέρα αφέντη και μπροστά του έβλεπε έναν χειρότερο.)
-Εγώ δεν θα έρθω, δεν θα δουλεύω όλη μέρα για να μου δώσεις μια λίρα.
-Αυτό που σου λέω ( και του κούνησε απειλητικά το δάκτυλα όπως ο πατέρας του όταν του είπε ότι μόνο δυο εβδομάδες θα επιβίωνε στην Αγγλία).
-Αυτό να το πεις του γιού σου και όχι εμένα!!!
-Θα ρθείς!!!
-Δεν πρόκειται σου λέω!!!
-Τότε σε δυο εβδομάδες σταματάς από την δουλειά.
Τελειώνουν οι δυο εβδομάδες και οι δυο κράτησαν τον λόγο τους, ο Χαμπής δεν πήγε τα Σάββατα και το αφεντικό τον απόλυσε, βρέθηκε ξανά στον εφιάλτη της ανεργίας. Δύσκολες μέρες, σαν από μηχανής θεός εμφανίζεται ένας συγγενής του, ήξερε την κατάσταση του και ήθελε να τον μυήσει σε διαδικασίες εύκολου κέρδους.
-Μπορώ να σε βοηθήσω αν με ακούσεις .
-Σε ακούω, βλέπεις σε τι κατάσταση είμαι.
-Να πάμε να βρούμε δυο μάγκες και θα σου βρούνε και δουλειά . ( Ο τόνος της φωνής δεν άρεσε στον νεαρό Χαμπή.)
-Δυο μαύροι είναι αλλά είναι από τους «άλλους», έλα ντε μην κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις.
-Ρε φοβάμαι, τι πράγματα είναι αυτά;
-Δεν έχει πρόβλημα σου λέω, εγώ έχω ξαναπάει, θα μας ταΐσουν θα μας ποτίσουν το πολύ- πολύ να τους τραβήξουμε καμιά βιλιά, θα βγάλουμε λεφτά, θα σου βρούνε και δουλειά .
-Ρε, χαμένος από χέρι είμαι, πάμε.
Δυο ευγενικοί μαύροι τους έκαναν το τραπέζι ο ένας έδειξε μια ιδιαίτερη συμπάθεια για τον Χαμπή. Αλλά εκείνος είχε αρχίσει να ανακατεύεται με τα υπόλοιπα που έπρεπε να ακολουθήσουν. Σε καμία περίπτωση δεν του περνούσε καμία σεξουαλική σκέψη για τους ευγενικούς κυρίους. Γέμισε το στομάχι με καλό φαγητό αλλά μια αηδία μαζί με φόβο έβγαινε από τις ανάσες του.
-Ρε, εγώ θα φύγω, δεν μπορώ τέτοια πράγματα, εν λαχτά το σκουλούτζι μου,* είναι πεθαμένο για τέτοια. ( Είπε στα ελληνικά στον φίλο του, ο ευγενικός μαύρος κατάλαβε την δυσαρέσκεια του νεαρού αλλά δεν ήθελε να χάσει και τον μελλοντικό εραστή.)
-Εντάξει να φύγεις, αλλά έλα να με βρεις.
Του έδωσε την κάρτα του, ο νεαρός είδε ότι ήταν η διεύθυνση ενός νοσοκομείου. Η ανάγκη για επιβίωση ήταν επιτακτική την άλλη μέρα βρέθηκε στο δυτικό Λονδίνο στο Ηammersmith Hospital, και τότε και τώρα ένα από τα καλύτερα νοσοκομεία της Αγγλίας και της Ευρώπης. Ο παρ ολίγον εραστής ήταν μάγειρας στο νοσοκομείο και τον προώθησε για μια συνέντευξη. Φαίνεται ότι μέσα από τις εξυπηρετήσεις που πρόσφερε σε νέους που προσπαθούσαν να σταθούν στα πόδια τους ικανοποιούσε και τις ερωτικές του επιθυμίες. Αγορά εργασίας και αγορά εραστών στην ιστορίας της ανθρωπότητας αποδείχτηκε ότι είχαν πολλές φορές πολύ κοντινή σχέση. Το αδιέξοδο στο οποίο είχε βρεθεί έκανε τον Χαμπή ιδιαίτερα μαχητικό και διεκδικητικό , έπεισε τους υπεύθυνους και την Δευτέρα ξεκίνησε την δουλειά που τόσο είχε ανάγκη. Μόνο την πρώτη εβδομάδα αντιμετώπισε προβλήματα με τον μαύρο «φίλο». Σαν ερωτευμένη γάτα στεκόταν στην κεντρική είσοδο του χώρου των μαγειρείων. Αναζητούσε με το βλέμμα τον Χαμπή αλλά εκείνος έκανε τον τυφλό. Μετά του έστελνε μηνύματα ότι ήθελε να τον συναντήσει αλλά εκείνος έκανε τον κουφό. Και αυτοί που του έστελναν τα μηνύματα ήξεραν τι ήθελε! Την τέταρτη φορά που έστειλε μήνυμα ο νεαρός έκοβε σε κομμάτια βοδινό κρέας. Με την μαχαίρα μέσα στην φαρδιά τσέπη της ποδιάς του πάει να τον βρεί.
-Τι θες ρε;
-Ε να, αφού έπιασες δουλειά, δεν ήρθες ούτε μια φορά για να με βρεις. (Πήρε το βλέμμα πληγωμένης κορασίδας, δυο μέτρα άντρας, αυτό το νάζι ήταν που εξόργισε τον Χαμπή. Βάζει τα χέρια του μέσα στην μπροστά θήκη και ο τρόμος ζωγραφίστηκε στα μάτια του μαύρου. )
-Ρε, άμα με ξαναενοχλήσεις θα σου τα κόψω όλα!!!
-Είσαι τρελός, είσαι τρελός. Φώναξε καθώς έφευγε αλαφιασμένος.
Ευτυχώς η πρόσληψη δεν μπορούσε να αλλάξει, Δεν εξαρτιόταν από αυτόν. Αυτός εκμεταλλευόταν τις πληροφορίες που είχε για θέσεις εργασίας στο νοσοκομείο.
Η ζωή του νεαρού Κύπριου γλύκανε για πρώτη φόρα, έβγαζε πάρα πολλά χρήματα για τα δεδομένα της ηλικίας του και της εποχής. Όταν συγχωριανοί του με δικά τους μαγαζιά , κουρεία, μανάβικα έβγαζαν 17 -20 λίρες την εβδομάδα αυτός με τις υπερωρίες στο νοσοκομείο έφτανε τις 27 -30. Μα πιο πολύ του άρεσε τώρα στο σπίτι που έμενε, νοίκιαζε μια κάμαρα στην Φωτεινή και τον Ανδρέα από του Μόρφου, χρυσοί άνθρωποι. Η Φωτεινή είχε προβλήματα με την καρδιά της , την αγαπούσε σαν μάνα του και την βοηθούσε σε όλες τις δουλειές. (συνεχίζεται)
*φουκού= ψησταριά
βίλος-βιλιά= το πέος- σεξουαλική πράξη
εν λαχτά το σκουλούτζι μου=δεν κουνιέται το σκουλήκι μου
Η ιστορία στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα…. Τότε η βιοπάλη ήταν πολύ σκληρή αλλά στις μέρες εφιαλτική… τότε πείσμωνες τώρα παραλύεις ……τότε αντιστεκόσουν τώρα προσπαθείς να ξεφύγεις…. τότε είχες ήθος τώρα δόσεις…
Ο έφηβος Χαμπής στα δέκα επτά του χρόνια βρέθηκε για μια καλύτερη ζωή στο Λονδίνο, Ιούλιος του 1960. Ο επίγειος παράδεισος έχασε την λάμψη του από τις πρώτες μέρες της ζωής του εκεί. Σκληρή δουλειά στο γκαράζ και ύπνος στο τραπέζι της κουζίνας. Κρατούσε τις 32 λίρες για το εισιτήριο της επιστροφής. Δεν ήθελε να γυρίσει πίσω ηττημένος, όπως είχε προβλέψει ο σκληρός πατέρας του. Σε ένα πάρκο κοντά στο γκαράζ που δούλευε, πήρε την απόφαση να παλέψει για μια καλύτερη ζωή. Έπρεπε να κόψει κάθε δυνατότητα επιστροφής στην Κύπρο. Στο περίπτερο που ήταν απέναντι του ξόδεψε 5 λίρες, τεράστιο ποσό για την εποχή, σε λιχουδιές και τσιγάρα. Με 28 λίρες δεν είχε τρόπο επιστροφής. Στρίμωξε τον δεκαεφτάχρονο εαυτό του στο ρινγκ της ζωής, ήταν αποφασισμένος να τον αναγκάσει να παλέψει μέχρις εσχάτων. Συνέχισε την καθημερινή βιοπάλη και επικοινωνούσε με άλλα μέλη της Κυπριακής παροικίας, αναζητώντας μέσα από πληροφορίες καλύτερη δουλειά, την διέξοδο για μια καλύτερη ζωή. Δύο μήνες μετά την απόφαση του να παραμείνει στο Λονδίνο τον επισκέπτεται ο Γιαννής, ένας συγχωριανός του. Εκείνος είχε πάει έξι μήνες νωρίτερα.
-Πως τα περνάς Χαμπάκη;
-Ε, δεν πάω καλά, αλλά δεν λέω και να γυρίσω πίσω. ( Και του εξιστορεί τα καθημερινά του βάσανα.)
-Κρατήσου, έτσι ήμουνα και εγώ, θα βρούμε καλύτερη δουλειά.
Τελικά ο φίλος του πληροφορήθηκε ότι έψαχναν εργάτες στο εργοστάσιο που έφτιαχναν λουκάνικα, το Γουόλς Σόσιτζες, ( Wall΄s Sausages). Πήγανε μαζί και ο έφηβος μπήκε στο γραφείο του υπεύθυνου προσωπικού για το κλασσικό ίντερβιου
(συνέντευξη). Με την επάρκεια αγγλικών τα κατάφερε αλλά τα πράγματα δυσκόλεψαν όταν ο υπεύθυνος του ζήτησε να σηκώσει τα μανίκια για να δει τα χέρια.
-Μάλλον την χάσαμε την δουλειά ( μονολόγησε ο Χαμπής, όταν πρόσεξε τους μύες του προσώπου του εξεταστή να ζωγραφίζουν δυσαρέσκεια , το δέρμα των χεριών του ήταν ποτισμένα από τα λάδια και τα πετρέλαια του γκαράζ).
-Καλά , καλά, πήγαινε και θα σε ειδοποιήσουμε . ( Ακόμα περιμένει απάντηση! )
-Τι έγινε Χαμπή, πως πήγε η συνέντευξη , τι σου είπε;
- Τι να μου πει, τα είπαν όλα τα χέρια μου.
Αλλά από ότι φαίνεται η κουζίνα με όλες τις διαστάσεις της , της πείνας, του ύπνου, του μαγειρέματος αλλά και της επαγγελματικής ενασχόλησης ήταν το κισμέτ του Χαμπή από την γέννηση του μέχρι τα βαθιά του γεράματα. Βέβαια στο τέλος κατόρθωσε και ταίριαξε και τα δύο, μηχανουργείο και ψησταριά. Για δεκαετίες η ψησταριά από το γκαράζ του όταν επέστρεψε μόνιμα στην Κύπρο έστελνε μηνύματα καπνού στην ευρύτερη περιοχή ότι Χαμπής και φίλοι πελάτες τέλειωναν την μέρα του γύρω από την αναμμένη φουκού*.
Ένας άλλος συγγενής του βρήκε δουλειά στο υπόγειο μιας μικρής οικογενειακής επιχείρησης παραγωγής κρέατος. Ευτυχώς εκεί δεν πέρασε από συνέντευξη. Δούλευε με ένα Πολωνό και το γιο του ιδιοκτήτη, έφτιαχναν διάφορα προϊόντα κρέατος. Τα πουλούσαν στον πάνω όροφο. Καλύτερα λεφτά, μικρότερο ενοίκιο, περίσσευαν κάποια χρήματα και η παρέα του άρχισε να του μαθαίνει την νυχτερινή ζωή του Λονδίνου, μπυραρίες, ποτά, ξενύχτια. Ο μεσήλικας Πολωνός τον συμπάθησε γιατί ήταν καλός και γρήγορος δουλευτής αλλά ένα ελάττωμα είχε ο Χαμπής. Με τις παρέες που έμαθε και τις 4 λίρες που περίσσευαν από το βδομαδιάτικο το αφιέρωνε στις ηδονές της νύχτας, δεν πήγαινε στην ώρα του.
-Χαμπή ( του είπε ο Πολωνός) εγώ δεν πρόκειται να σε καρφώσω στο αφεντικό, αλλά κοίτα να δουλέψεις εδώ κοντά μου ένα εξάμηνο κα με ότι μαζέψεις να πας να βρεις καλύτερη δουλειά να βγάζεις περισσότερα λεφτά.
Η συνεργασία του Χαμπή θα κρατούσε περισσότερο από έξι μήνες αν δεν ερχόταν σε εναντίωση με ένα άλλο πατρικό πρότυπο τον Άγγλο, το αφεντικό.
Είχε συμπληρώσει πέντε μήνες στην Αγγλία ήρθαν τα Χριστούγεννα, μέρες που είχε πολύ δουλειά το μαγαζί στον πάνω όροφο και το αφεντικό ζήτησε να τον βοηθήσουν. Ο Πολωνός έγνεψε ναι, ο Χαμπής ακολούθησε. Σάββατο δεν δούλευαν, αλλά αφού ήταν ανάγκη είπαν να πάνε. Δούλεψαν με πολύ ένταση όλο το Σάββατο από το πρωί μέχρι το απόγευμα. Στο τέλος της ημέρας το αφεντικό τους κάλεσε να πάρουν την αμοιβή για την έξτρα εργασία τους. Τελικά η εκμετάλλευση των αφεντικών διαχρονικά είναι ίδια σε όλες τις χώρες σε όλες τις ιστορικές περιόδους. Με ύφος ηγεμόνα που απονέμει χάρη, δίνει μια λίρα για την εξαντλητική δουλειά από το πρωί μέχρι το βράδυ στον Πολωνό και μία στον Χαμπή.
-Λοιπόν τα λέμε και το άλλο Σάββατο. ( Ο Πολωνός κούνησε συγκαταβατικά το κεφάλι. Ο Χαμπής τώρα δεν έβλεπε τον Άγγλο αλλά τον αυστηρό και σκληρό πατέρα –αφέντη να του επιβάλλει δουλειές στην πατατοφυτεία. Έφυγε από την Κύπρο για να ξεφύγει από τον πατέρα αφέντη και μπροστά του έβλεπε έναν χειρότερο.)
-Εγώ δεν θα έρθω, δεν θα δουλεύω όλη μέρα για να μου δώσεις μια λίρα.
-Αυτό που σου λέω ( και του κούνησε απειλητικά το δάκτυλα όπως ο πατέρας του όταν του είπε ότι μόνο δυο εβδομάδες θα επιβίωνε στην Αγγλία).
-Αυτό να το πεις του γιού σου και όχι εμένα!!!
-Θα ρθείς!!!
-Δεν πρόκειται σου λέω!!!
-Τότε σε δυο εβδομάδες σταματάς από την δουλειά.
Τελειώνουν οι δυο εβδομάδες και οι δυο κράτησαν τον λόγο τους, ο Χαμπής δεν πήγε τα Σάββατα και το αφεντικό τον απόλυσε, βρέθηκε ξανά στον εφιάλτη της ανεργίας. Δύσκολες μέρες, σαν από μηχανής θεός εμφανίζεται ένας συγγενής του, ήξερε την κατάσταση του και ήθελε να τον μυήσει σε διαδικασίες εύκολου κέρδους.
-Μπορώ να σε βοηθήσω αν με ακούσεις .
-Σε ακούω, βλέπεις σε τι κατάσταση είμαι.
-Να πάμε να βρούμε δυο μάγκες και θα σου βρούνε και δουλειά . ( Ο τόνος της φωνής δεν άρεσε στον νεαρό Χαμπή.)
-Δυο μαύροι είναι αλλά είναι από τους «άλλους», έλα ντε μην κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις.
-Ρε φοβάμαι, τι πράγματα είναι αυτά;
-Δεν έχει πρόβλημα σου λέω, εγώ έχω ξαναπάει, θα μας ταΐσουν θα μας ποτίσουν το πολύ- πολύ να τους τραβήξουμε καμιά βιλιά, θα βγάλουμε λεφτά, θα σου βρούνε και δουλειά .
-Ρε, χαμένος από χέρι είμαι, πάμε.
Δυο ευγενικοί μαύροι τους έκαναν το τραπέζι ο ένας έδειξε μια ιδιαίτερη συμπάθεια για τον Χαμπή. Αλλά εκείνος είχε αρχίσει να ανακατεύεται με τα υπόλοιπα που έπρεπε να ακολουθήσουν. Σε καμία περίπτωση δεν του περνούσε καμία σεξουαλική σκέψη για τους ευγενικούς κυρίους. Γέμισε το στομάχι με καλό φαγητό αλλά μια αηδία μαζί με φόβο έβγαινε από τις ανάσες του.
-Ρε, εγώ θα φύγω, δεν μπορώ τέτοια πράγματα, εν λαχτά το σκουλούτζι μου,* είναι πεθαμένο για τέτοια. ( Είπε στα ελληνικά στον φίλο του, ο ευγενικός μαύρος κατάλαβε την δυσαρέσκεια του νεαρού αλλά δεν ήθελε να χάσει και τον μελλοντικό εραστή.)
-Εντάξει να φύγεις, αλλά έλα να με βρεις.
Του έδωσε την κάρτα του, ο νεαρός είδε ότι ήταν η διεύθυνση ενός νοσοκομείου. Η ανάγκη για επιβίωση ήταν επιτακτική την άλλη μέρα βρέθηκε στο δυτικό Λονδίνο στο Ηammersmith Hospital, και τότε και τώρα ένα από τα καλύτερα νοσοκομεία της Αγγλίας και της Ευρώπης. Ο παρ ολίγον εραστής ήταν μάγειρας στο νοσοκομείο και τον προώθησε για μια συνέντευξη. Φαίνεται ότι μέσα από τις εξυπηρετήσεις που πρόσφερε σε νέους που προσπαθούσαν να σταθούν στα πόδια τους ικανοποιούσε και τις ερωτικές του επιθυμίες. Αγορά εργασίας και αγορά εραστών στην ιστορίας της ανθρωπότητας αποδείχτηκε ότι είχαν πολλές φορές πολύ κοντινή σχέση. Το αδιέξοδο στο οποίο είχε βρεθεί έκανε τον Χαμπή ιδιαίτερα μαχητικό και διεκδικητικό , έπεισε τους υπεύθυνους και την Δευτέρα ξεκίνησε την δουλειά που τόσο είχε ανάγκη. Μόνο την πρώτη εβδομάδα αντιμετώπισε προβλήματα με τον μαύρο «φίλο». Σαν ερωτευμένη γάτα στεκόταν στην κεντρική είσοδο του χώρου των μαγειρείων. Αναζητούσε με το βλέμμα τον Χαμπή αλλά εκείνος έκανε τον τυφλό. Μετά του έστελνε μηνύματα ότι ήθελε να τον συναντήσει αλλά εκείνος έκανε τον κουφό. Και αυτοί που του έστελναν τα μηνύματα ήξεραν τι ήθελε! Την τέταρτη φορά που έστειλε μήνυμα ο νεαρός έκοβε σε κομμάτια βοδινό κρέας. Με την μαχαίρα μέσα στην φαρδιά τσέπη της ποδιάς του πάει να τον βρεί.
-Τι θες ρε;
-Ε να, αφού έπιασες δουλειά, δεν ήρθες ούτε μια φορά για να με βρεις. (Πήρε το βλέμμα πληγωμένης κορασίδας, δυο μέτρα άντρας, αυτό το νάζι ήταν που εξόργισε τον Χαμπή. Βάζει τα χέρια του μέσα στην μπροστά θήκη και ο τρόμος ζωγραφίστηκε στα μάτια του μαύρου. )
-Ρε, άμα με ξαναενοχλήσεις θα σου τα κόψω όλα!!!
-Είσαι τρελός, είσαι τρελός. Φώναξε καθώς έφευγε αλαφιασμένος.
Ευτυχώς η πρόσληψη δεν μπορούσε να αλλάξει, Δεν εξαρτιόταν από αυτόν. Αυτός εκμεταλλευόταν τις πληροφορίες που είχε για θέσεις εργασίας στο νοσοκομείο.
Η ζωή του νεαρού Κύπριου γλύκανε για πρώτη φόρα, έβγαζε πάρα πολλά χρήματα για τα δεδομένα της ηλικίας του και της εποχής. Όταν συγχωριανοί του με δικά τους μαγαζιά , κουρεία, μανάβικα έβγαζαν 17 -20 λίρες την εβδομάδα αυτός με τις υπερωρίες στο νοσοκομείο έφτανε τις 27 -30. Μα πιο πολύ του άρεσε τώρα στο σπίτι που έμενε, νοίκιαζε μια κάμαρα στην Φωτεινή και τον Ανδρέα από του Μόρφου, χρυσοί άνθρωποι. Η Φωτεινή είχε προβλήματα με την καρδιά της , την αγαπούσε σαν μάνα του και την βοηθούσε σε όλες τις δουλειές. (συνεχίζεται)
*φουκού= ψησταριά
βίλος-βιλιά= το πέος- σεξουαλική πράξη
εν λαχτά το σκουλούτζι μου=δεν κουνιέται το σκουλήκι μου
Η ιστορία στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα…. Τότε η βιοπάλη ήταν πολύ σκληρή αλλά στις μέρες εφιαλτική… τότε πείσμωνες τώρα παραλύεις ……τότε αντιστεκόσουν τώρα προσπαθείς να ξεφύγεις…. τότε είχες ήθος τώρα δόσεις…
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου