Κοινωνία - ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ | on line Εφημερίδα | www.anagnostis.org | ΑΡΓΟΛΙΔΑ

Σκίτσο - ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ | on line Εφημερίδα | www.anagnostis.org | ΑΡΓΟΛΙΔΑ

Τοπική Αυτοδιοίκηση - ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ | on line Εφημερίδα | www.anagnostis.org | ΑΡΓΟΛΙΔΑ

Τοπική Αυτοδιοίκηση - ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ | on line Εφημερίδα | www.anagnostis.org | ΑΡΓΟΛΙΔΑ

Θα μεταφερθείτε στη νέα σελίδα σε

Δευτερόλεπτα

Σας περιμένουμε στην ηλεκτρονική μας έκδοση

Σας περιμένουμε στην ηλεκτρονική μας έκδοση
Επισκεφθείτε ΤΩΡΑ το site του ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ. www.anagnostis.org. Κλικ στην εικόνα

22/7/10

Ο Λιάκος ο Σφιχτοπείσμας

Άρθρο του Βασίλη Καπετάνιου



Μετά από ένα χρόνο έγινε ξανά στο βουναλάκι του Ορεινού Χωριού το πανηγύρι του Αι Λιά Πέρυσι είχε πεθάνει ο μπάρμπα Στέλιος παραμονές του πανηγυριού και το ακυρώσανε. Ο μπάρμπα Στέλιος ήταν ο καλός σοφός γέροντας του χωριού και προς τιμήν του ακύρωσαν το γλέντι οι χωριανοί. Μοιράστηκαν μεταξύ τους τις γουρνοπούλες του πανηγυριού και τις κατανάλωσαν έτσι στα βουβά κάτι σαν ένα κρυφό μνημόσυνο.

Φέτος όλα ήταν έτοιμα και το χωριό ζούσε ξανά τις μεγάλες του στιγμές. Αλλά κόντεψαν να πάθουν συλλογικό εγκεφαλικό όταν είδαν να μπαίνει στο μεγάλο αλώνι που γινόταν το πανηγύρι ο Λιάκος ο Σφιχτοπείσμας. Ο Λιάκος με μια απρόσμενη χειρονομία ζήτησε από τα παιδιά που οργάνωσαν το πανηγύρι να κεράσουν κρύες μπύρες όλες τις παρέες. Ακόμα μεγαλύτερη έγινε η έκπληξη όταν έριξε μεγάλη χαρτούρα στα όργανα και ζήτησε παραγγελιά το αγαπημένο τραγούδι του θείου του Στέλιου του συχωρεμένου. Πήγε και κάθισε κοντά στα ξαδέλφια του απέναντι από την άδεια καρέκλα του θείου του. Αν και νεκρός ο κυρ Στέλιος ήταν εκεί μαζί τους στην άδεια καρέκλα με μια χαμογελαστή φωτογραφία του στο κάθισμα της. Ο Λιάκος είχε να μιλήσει στον θείο του σχεδόν σαράντα χρόνια από ένα πείσμα από ένα γινάτι για ένα αστείο που του έκανε ο θείος του.

Ο Λιάκος από μικρό παιδί ήταν ιδιόρρυθμο και παθιασμένο με την οικονομία. Στο σχολείο κρατούσε το μολύβι μέχρι να εξαντληθεί κάθε ίχνος ξύλου, στο τέλος νόμιζες ότι έγραφε με το νύχι του. Τα βιβλία του ήταν ολοκαίνουργα σχεδόν άθικτα. Όταν του αγόραζαν παπούτσια πάντα από το προηγούμενο ζευγάρι κρατούσε ότι μπορούσε να χρησιμοποιήσει ξανά, τα κορδόνια τις σόλες, ακόμα και στα σκουπίδια των συγχωριανών του εύρισκε χρήσιμα προς εμπόριο πράγματα. Από τότε φάνηκε το εμπορικό του δαιμόνιο. Όταν κάποιο παιδί ήθελε να βρει ένα ζευγάρι σόλες ή ένα ζευγάρι κορδόνια σε αυτόν πήγαινε και πάντα στις καλύτερες τιμές. Ένα λουκούμι του έδινε η γιαγιά του και το έκοβε σε τέσσερα κομμάτια για να τρώει ένα κάθε μέρα και κάθε πέμπτη μέρα πήγαινε για να ανανέωση της γλύκας στην γιαγιά του.

-Θεός φυλάξου παιδάκι μου πάρε όλο το κουτί.

-Όχι γιαγιά οικονομία!!!

Σιγά σιγά με την ιδιοτροπία του και το ταλέντο να βγάζει και από την μύγα ξύγκι του έβγαλαν το παρατσούκλι ο Λιάκος ο Σφιχτός. Είχε και ένα άλλο παράξενο ελάττωμα κανείς δεν ήξερε τι τον πείραζε τι τον ενοχλούσε. Ενώ κάποιος έλεγε ένα αστείο με το οποίο μπορεί να γελούσε και ίδιος, μπορεί να το είχε παρεξηγήσει κατά βάθος και να μην μιλούσε για χρόνια στον άλλον. Έτσι του βγήκε και δεύτερο παρατσούκλι που κόλλησε με το πρώτο και έγινε ο Σφιχτοπείσμας.

Η μανία του με την οικονομία πέρασε κάθε όριο. Όταν ανοίχτηκαν οι δουλειές στην πόλη και ήρθε λεωφορείο στο χωριό αυτός πήγαινε και ερχόταν με τα πόδια για να κερδίζει το εισιτήριο.

-Μπάρμπα Στέλιο, σήμερα κέρδισα δέκα δραχμές πήγα και ήρθα με τα πόδια στην πόλη

Είπε στον θείο του, αδελφό του πατέρα του που τον είχε φωνάξει για να τον κεράσει στην πλατεία του Ορεινού Χωριού . Ο μπάρμπα Στέλιος ήταν ο καλός άνθρωπος του χωριού, έξυπνος, σοφός, δημιουργικός και μεγάλος χωρατατζής. Ανακάλυψε την ανάγνωση σε μεγάλη ηλικία και λάτρεψε τα βιβλία.

-Και γιατί δεν έτρεχες πίσω από ένα ταξί να κερδίσεις 40 δραχμές και σκέψου να είχε αεροδρόμιο το χωριό θα κέρδιζες 400 δραχμές.

-Πες το ψέματα θείε.

-Ανιψιέ δεν είναι μόνο τα λεφτά στην ζωή. Να επιδιώκεις το κέρδος στην ζωή αλλά να μην σέρνεσαι πίσω από αυτό. Ξέρεις τι λέει ο παππούς ο Τάκης, χειρότερα από την φτώχεια είναι τα γεράματα. Εγώ κοντεύω τα πενήντα και το σακάτεψα στην οικοδομή το ένα πόδι από την πολύ δουλειά (Εκείνη την στιγμή έφτασε και ο αγροτικός γιατρός.)

-Κυρ Στέλιο σου έφερα τις εξετάσεις, τίποτα δεν έχεις μάλλον άρχισες να μπαίνεις στα γεράματα για αυτό σε πονάει το πόδι. Του είπε για να τον πειράξει , αλλά ο κυρ Στέλιος ήταν ετοιμόλογος

-Γιατρέ και το άλλο πόδι την ίδια ηλικία έχει αλλά δεν με πονάει.

-Λοιπόν Λιάκο μου πάρε και τούτο, ( του δίνει ο Κυρ Στέλιος ένα πεντακοσάρικο από εκείνα τα παλιά τα μεγάλα πράσινα ) και καλή θητεία, εγώ αν δεν μπορώ να χορέψω σε γλέντι δεν πάω. Θα έρθουν τα ξαδέλφια σου το βράδυ. Να χορέψετε για πάρτη μου «να ταν τα νιάτα δυο φορές».

Ο Λιάκος αν και καλός μαθητής αρνήθηκε να πάει στην πολιτεία να σπουδάσει και πρώτος από όλους πήγε στο στρατό εθελοντής.

-Πατέρα στείλε τα αδέλφια μου για γράμματα εγώ θα μείνω στο χωριό και να μου αφήσεις τα χωράφια. Ήταν μια τελετή ενηλικιώσεως εκείνη την εποχή όταν τα αγόρια φεύγανε για το στρατό μαζευόταν όλη η οικογένεια να τα αποχαιρετήσει με ένα μεγάλο γλέντι και την ευχή «καλό πολίτης».

Ο Λιάκος όχι μόνο δεν χάλασε δραχμή αλλά γύρισε και πλουσιότερος από το στρατό. Όσα λεφτά του έστειλαν φίλοι και συγγενείς τα κράτησε , σε αυτά πρόσθεσε και τα 24 μηνιάτικα που ήταν ένα μικρό ποσό σαν μισθός φαντάρου. Γύρισε πίσω με ένα καλό κομπόδεμα και 4 ζευγάρια μπότες καινούργιες 8 ζευγάρια μπότες μεταχειρισμένες, 32 ζευγάρια κάλτσες , μεγάλο αριθμό κορδονιών 2 καλοκαιρινές και 2 χειμερινές στολές και 2400 τσιγάρα όσα του έδωσαν στο στρατό. Άδεια δεν πήρε από τον στρατό έκανε συμφωνία με τον διοικητή του και κέρδισε ενάμιση μήνα στο τέλος σαν άδεια με τα οδοιπορικά πληρωμένα. Ήταν το καλύτερο υπόδειγμα φαντάρου που θα επιθυμούσε ο κάθε διοικητής.

Όταν έφτασε στο Ορεινό Χωριό τον πρώτο που συνάντησε στην κεντρική πλατεία, κουβαλώντας εκείνη την τεράστια βαλίτσα λουκάνικο του στρατού ήταν ο θείος του. Ο θείος του παρά τις ιδιοτροπίες του ανιψιού τον αγάπαγε ιδιαίτερα.

-Λιάκο μου καλώς όρισες και καλός πολίτης άντε και με ένα καλό κορίτσι.

-Θείε πενήντα χιλιάρικα ακατέβατα και βρες μου εσύ όποιο καλό κορίτσι θες.

-Ρε Λιάκο είσαι με τα καλά σου, πρώτα η προίκα και μετά ο άνθρωπος;

-Ότι σου είπα θείε.

Ο Λιάκος στα μάτια της τοπικής κοινωνίας ήταν υπόδειγμα γαμπρού, δουλευτής, οικονόμος, σπίτι δουλειά , δουλειά σπίτι ήταν η ζωή του. Τα καλύτερα κορίτσια του πήγαν για προξενιό και ο θείος του και η νονά του. Αλλά για το στεφάνι είχε κόψει ταρίφα 50.000 , άμα ήταν αν το πουλήσει το τομάρι του τουλάχιστον να το πουλήσει ακριβά. Ούτε την Ντίνα, ούτε την Μαριγώ ούτε την Παναγιώτα ήθελε και ας ήταν τα καλύτερα κορίτσια του χωριού το ποσό ήταν ακατέβατο.

Τα χρόνια περνούσαν ο Λιάκος, πλούτιζε αλλά μαγκούφης ανύπαντρος και με ελάχιστους φίλους, στην πλατεία εμφανιζόταν μάλλον όχι τυχαία, όταν ήταν ο μπάρμπα Στέλιος γιατί ήταν όλα κερασμένα. Ο θείος του πίστευε στην παιδευτική δύναμη του χιούμορ και έτσι σκέφτηκε να κάνει και με τον ανιψιό του.

-Λιάκο μου σου βρήκα νύφη και τα πενήντα της προίκας

-Να παραγγείλω τα στέφανα θείε μου

-Δεν θες να την δεις πρώτα;

-Όχι θείε άμα έχει πενήντα όλα καλά.

Την άλλη μέρα θείος και ανιψιός πήγαιναν στις κάτω γειτονιές του χωριού. Ο ανιψιός με ένα μπουκέτο λουλούδια και ένα μπουκάλι βερμούτ για να κλείσουν το προξενιό.

-Ρε Λιάκο μου βιάστηκα λίγο , δεν σου είπα ότι η νύφη έχει ένα μικρό ελάττωμα με το πόδι

-Δεν με νοιάζει ας έχει και τα δυο πόδια κουτσά τα πενήντα να έχει. Αλλά τι θέλουμε στον στάβλο του κυρ Παντελή.

-Να αυτό ήθελα να σου πω ότι η νύφη έχει τέσσερα πόδια είναι η γαϊδάρα του κυρ Παντελή και έχει τέσσερα πόδια Άντε και βίο ανθόσπαρτο. Να μάθεις ρε βλαμμένο ότι η γη και τα λεφτά δεν έχουν αφεντικό. Μόνο ένα πράγμα αξίζει να βρεις μια καλή κοπέλα να την αγαπήσεις. Το να αγαπάς ένα άνθρωπο τον κάνει ένδοξο και αυτή είναι η μοναδική δόξα που θα γνωρίσει σε όλη του την ζωή . Αυτό το διάβασα στο βιβλίο ενός Γιώργου Χειμωνά αλλά μου έβαλε πολύ άνοιξη στο μυαλό του όταν το κατάλαβα.

Ε λοιπόν αυτό το αστείο δεν το συγχώρεσε ποτέ ο σφιχτοπείσμας. Πέρασαν σαράντα χρόνια ούτε του ξαναμίλησε του θείου ούτε και στην κηδεία του πήγε. Ο Λιάκος όλα αυτά τα χρόνια έκανε μεγάλη περιουσία , αλλά όσο μεγάλωναν οι καταθέσεις άλλο τόσο μεγάλωνε και η μοναξιά του. Αποκόπηκε από όλους , ζούσε για να βγάζει λεφτά έβγαζε λεφτά για να αντέχει να ζει.

Τα κλαρίνα άρχισαν να παίζουν το αγαπημένο τραγούδι του θείου του «Να ταν τα νιάτα δυο φορές» . Με ένα βουβό κάλεσμα του μαντηλιού κάλεσε τον γιο του θείου του τον πρωτοξάδελφο του τον Ηλία να χορέψουν μαζί. Και ο Ηλίας καλόκαρδος όπως ο κυρ Στέλιος τα συγχώρεσε τα πείσματα του ξάδελφου. Πήρε μαζί του παιδιά νύφες , γαμπρούς εγγόνια να τιμήσουν την ξαφνική αλλαγή του Λιάκου.

Δάκρυα έφυγαν από τα μάτια του Ηλία όταν σε μια στροφή του τσάμικου είδε τα σημάδια της χημειοθεραπείας στο πίσω μέρος του κεφαλιού του ξάδελφου. Και εκείνος το κατάλαβε ότι ο ξάδελφος είδε το εισιτήριο για το τελευταίο του ταξίδι και βούρκωσε, ίσως για πρώτη φορά στην ζωή του.

- Άργησες λίγο στο αντάμωμα Λιάκο μας αλλά καλώς όρισες.

Και ο Λιάκος για πρώτη φορά έτσι όπως ήταν κυκλωμένος από ξαδέλφια και ανίψια ένοιωσε κάτι από την δόξα της αγάπης που ήθελε να του διδάξει ο θείος του. Πέθανε μετά από μια εβδομάδα με παραγγελιά στα σαράντα του αντί για μνημόσυνο να γίνει γλέντι στο μεγάλο αλώνι με κλαρίνα…

Υ.Γ Αφορμή για την σημερινή ιστορία στάθηκαν τα «πραγματικά» αστεία της ζωής που μας είπε σε οικογενειακή συνάντηση ο θείος Μίμης, «ο όχι φου θείο Μίμη» , την προηγούμενη Κυριακή.

Υγεία - ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ | on line Εφημερίδα | www.anagnostis.org | ΑΡΓΟΛΙΔΑ