Η απέναντι όχθη του Βασίλη Καπετάνιου
Ο παππούς στο υπόγειο ετοίμαζε τσιμπούσι για τον εγγονό του. Είχε ανοίξει ένα παλιό καλό κυπριακό κρασί «Οθέλλος» είχε ετοιμάσει και τα πιατάκια με τα μεζεδάκια του. Ο Πετράκης του, ο εγγονός του είχε περάσει με διάκριση τις πρώτες εξετάσεις για το μεταπτυχιακό του, είχε στείλει και ένα βίντεο με την παρουσίαση της εργασίας του. Στην παρουσίαση της εργασίας του σημαντική θέση είχε η ιστορία του παππού του για δυο φίλους που αγαπούσαν τα τρένα και ο καθένας διάλεξε διαφορετικό δρόμο, επιλέγοντας διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης.
-Γεια μας Πετράκη με τις ίδιες επιτυχίες να τελειώσεις και τις υπόλοιπες εργασίες σου.
-Έβαλες και εσύ το χεράκι σου παππού. Πήρα και ένα μάθημα κοινωνιολογίας και ετοιμάζω μια εργασία για την σεξουαλικότητα και την εξουσία. Σκέφτομαι να χρησιμοποιήσω υλικό από ταινίες του Πιέρ Πάολο Παζολίνι.
Ο παππούς χαμογέλασε ικανοποιημένος, ο πολιτισμικός θησαυρός της υπόγας, οι συλλογές μιας ζωής δεν θα πήγαιναν ούτε χαμένες, ούτε στοιβαγμένη δωρεά σε κάποια αποθήκη , ο Πετράκης θα συνέχιζε το έργο του. Όταν ο παππούς χαμογελούσε και η δεξιά άκρη των χειλιών έπαιρνε μια φόρα προς τα πάνω αυτό σήμαινε ότι κάτι θυμήθηκε και θα το έφερνε από το αρχείο στον Πέτρο. Έτσι έγινε και αυτή την φορά. Πήγε στις βιβλιοθήκες με το κινηματογραφικό αρχείο και πήρε ένα κουτί με τρία κεφαλαία Π στην μπροστά πλευρά του.
-Τους είδαμε αλευρωμένους και τους περάσαμε για μυλωνάδες .
-Τι είπες παππού;
-Πάρε αυτό το κουτί, Πιέρ Πάολο Παζολίνι, όλες του οι ταινίες , δικά του κείμενα για τον κινηματογράφο , κριτικές για τις ταινίες του και κάποιες σκόρπιες δικές μου σημειώσεις.
Ο Πέτρος κατάλαβε ότι τα ακαταλαβίστικα που είπε ο παππούς ήταν κωδικοποιημένη μια ιστορία και για αυτό επέμενε. Άλλο που δεν ήθελε και ο παππούς.
-Τι είπες παππού πριν;
-Αφορά τους ανθρώπους τις εξουσίας και εμάς που παραμυθιαζόμαστε μαζί τους.
Ήταν μια φορά και ένα καιρό σε ένα χωριό ένας μυλωνάς. Παμπόνηρος και παραμυθατζής. Όλους τους είχε κλέψει στο χωριό εκτός από τον γείτονα του τον Νίκο τον σιδερά γιατί είχε μεγάλα μπράτσα, βαρύ χέρι και τον φοβόταν . Όπου έβλεπε θηλυκό αμέσως ορμούσε, ανεξαρτήτως ηλικίας θέσης και καταγωγής. «Σαβουροκαβάλας» ήταν το παρατσούκλι του. Τα κατάφερε και τα έφτιαξε με μια όμορφη χήρα που πίστεψε τα παραμύθια του. Για κακή της τύχη όμως σχεδόν στα πράσα την έπιασε μια χωριανή που πήγαινε το σιτάρι της για άλεσμα. Τότε η χήρα ακολούθησε την σοφή τακτική, όταν είσαι μέσα στον βούρκο κάλεσε και τον άλλο να βρει το δήθεν χαμένο δαχτυλίδι και αν θέλει ας τολμήσει να σε κατηγορήσει για λασπιασμένο. Δεν αρνήθηκε τις σχέσεις της με τον μυλωνά αλλά τις είπε ότι ήταν πολύ ιδιαίτερος στις σεξουαλικές υπηρεσίες που πρόσφερε και θα μπορούσε ίσως και αυτή να δοκιμάσει. Δεν ήθελε και πολύ να φουντώσει της άλλης η φαντασία γιατί τελικά περί φαντασίας επρόκειτο, πήγε και αυτή να δοκιμάσει τις χάρες του μυλωνά. Η μία μετά την άλλη οι γυναίκες του χωριού άρχισαν να πηγαίνουν αυτές το σιτάρι στον μύλο αντί για τους άντρες τους. Οι άντρες βολεύονταν για πρέφα και ουζάκια στο καφενείο απολάμβαναν την εξουσία τους στέλνοντας τις «σκλάβες» για δουλειές και ο μυλωνάς την δουλειά του . Όσο μεγάλωνε η θηλυκή πελατεία του μυλωνά τόσο μεγάλωνε και η φήμη του για τις άλλες του χάρες. Ο Νίκος ο σιδεράς είχε το μαγαζί του στην περασιά για τον μύλο, χρειάζονταν και αυτός τα νερά του παραπόταμου για την δουλειά του. Παρατήρησε τον συρφετό τον γυναικών που πήγαιναν στον μύλο και παρακολουθώντας για λίγο κατάλαβε τι γίνεται. Του έπεσε αμόνι στο κεφάλι όταν ένα βράδυ του είπε η γυναίκα του.
-Νικόλα μου για να σε ξεκουράσω λέω να πάω εγώ το σιτάρι στο μύλο.
-Καλά ρε γυναίκα πέντε λεπτά από το σιδεράδικο είναι γιατί να μην το πάω εγώ …έχεις ξαναπάει σιτάρι στον μύλο; ( την ρώτησε και οι φλέβες στα μπράτσα πήγαν να σπάσουν ευτυχώς που φορούσε μακρυμάνικο πουκάμισο και δεν φάνηκε η ταραχή του)
-Όχι η πρώτη μου φορά είναι ( του είπε και κοκκίνισαν χωρίς να το καταλάβει τα μάγουλα της) .
-Ευτυχώς ( μουρμούρισε μέσα από τα δόντια του ο Νικόλας).
-Τι είπε Νικόλα μου ;
-Τίποτα, πότε λες να πας;
-Αύριο μετά τις δουλειές του σπιτιού ….και μετά θα περάσω να πιούμε ένα καφεδάκι από το σιδεράδικο….
-Καλά ρε γυναίκα να πας…
Πονηρή η γυναίκα του μα πιο πονηρός ο Νικόλας.
Πρωί , πρωί ο Νίκος ο σιδεράς άφησε ένα σημείωμα στην εξωτερική πόρτα του μαγαζιού ένα σημείωμα «Λείπω σε εξωτερική εργασία» και πήγε στον μύλο.
-Θανούλη ( λέει του μυλωνά) σήμερα θα πάρεις για λίγες ώρες άδεια.
-Γιατί ρε Νικόλα από πότε έγινες αφεντικό στο μύλο μου ;
-Σήμερα θα φέρει το σιτάρι η γυναίκα μου και το δικό μου το σιτάρι το αλέθω μόνο εγώ, κατάλαβες;
Το δυνατό βλέμμα του Νικόλα και οι σφιγμένες γροθιές του έπεισαν τον Θάνο να πάρει τα σύνεργα του και να πάει στην ποταμιά για ψάρεμα. Ο Νίκος για να μην τον γνωρίσει η γυναίκα του πασαλείφτηκε από την κορυφή μέχρι τα νύχια με αλεύρι. Η γυναίκα του παραμυθιασμένη και φαντασμένη από τις άλλες πριν καν αφήσει το σιτάρι βρέθηκε να ερωτοπαλεύει με τον «μυλωνά» Νίκο πάνω στα σακιά. Τέτοια ήταν η δύναμη της φαντασίας που δεν κατάλαβε ότι ο άντρας με τον οποίο συνευρισκόταν εκείνη την στιγμή ήταν ο άνδρας της. Η δύναμη της φαντασίας την εμπόδισε να αναγνωρίσει το κορμί με το οποίο κοιμόνταν πλάι πλάι για χιλιάδες νύχτες.
-Αχ μυλωνά μου είσαι το κάτι άλλο…( ένα μμμμ ικανοποίησης ) μούγκρισε ο Νίκος για να μην προδοθεί)… το αλεύρι να το αφήσεις στον άντρα μου!!!!
Μετά από λίγες μέρες αφού είχε πάει το αλεύρι στο σπίτι ο Νίκος του λέει η κυρά του ενώ έπινε τον πρωινό καφέ του, λίγο πριν φύγει για την δουλειά του…
-Καλά ρε Νίκο μου πως το κουβάλησες το αλεύρι τα εσώρουχα σου ήταν γεμάτα αλεύρια ….
-Δεν έχεις ακούσει την καινούρια παροιμία ;
-Ποια Νικόλα ;
-Μας είδαμε αλευρωμένους και μας περάσανε για μυλωνάδες…. ( παίρνει μια τελευταία ρουφηξιά και της αφήνει το ίδιο μουγκρητό που της απάντησε στο μύλο ) μμμμ πολύ ωραίος ο καφές σου σήμερα.
Της γυναίκας του της κόπηκε το χαμόγελο, σε χρόνο μηδέν δούλεψε το μυαλό της, γιατί τα αλευρωμένα εσώρουχα ήταν από την ημέρα που πήγε αυτή το σιτάρι, η αλλαξιά της ημέρας που έφερε ο Νίκος το αλεύρι δεν ήταν αλευρωμένη…..
-Καλά ρε παππού και που κολλάει αυτό με την εξουσία και την σεξουαλικότητα ;
-Άκου Πετράν, οι επαγγελματίες εξουσιαστές κάθε χρώματος την έχουν δει μυλωνάδες, κατάφεραν και κυκλοφόρησαν επιδέξια την φήμη ότι είναι προικισμένοι και ικανοί και μόνο αυτοί για να μας αντιπροσωπεύσουν. Μεταξύ τους αν και φαινομενικά είναι αντίπαλοι έχουν ένα και μοναδικό σκοπό την διατήρηση της εξουσίας για την συντεχνία τους. Το μόνο που κάνουν είναι να κλέβουν το αλεύρι του κοσμάκη και αν καμιά φορά τους ανακαλύψουμε έτσι όπως είναι αλευρωμένοι από την κορυφή μέχρι τα νύχια με αλεύρια που πάνε στις δικές του αποθήκες , το παίζουν αγνοί και άσπιλοι μυλωνάδες που αλέθουν με πολύ κόπο το δικό μας αλεύρι. Μας κλείνουν πονηρά το μάτι και μας υπόσχονται ηδονές και χαρές.
Έτσι λοιπόν εμείς βλέπουμε τους κλέφτες αλευρωμένους με το δικό μας αλεύρι που κλέβουν και τους περνάμε για μυλωνάδες, μας τυφλώνει η φαντασία και τους αφήνουμε να μας βιάζουν και τα όνειρα και την καθημερινή μας ζωή.
-Και ο Νίκος τι ρόλο έχει;
-Είναι η ελάχιστη ευφυής αντίσταση ελπίδας που μας έχει απομείνει.
-Άντε γεια παππού πάω για μελέτη…
-Κοίτα μην δει ο πατέρας σου το κουτί με τις ταινίες του Παζολίνι και μου αρχίσει τις καθώς πρέπει μουρμούρες του… ε και δεν φαντάζομαι να ξαναβάλεις τις ιστορίες που σου λέω στην εργασία σου …..
(Η σημερινή ιστορία στηρίχθηκε σε μια ατάκα του Σώτου, «μας είδανε αλευρωμένους μας περάσανε για μυλωνάδες» παραφράζοντας την και με δόσεις φαντασίας και πραγματικότητας που μας περιβάλλει πήρε την τελική της μορφή)
Ο παππούς στο υπόγειο ετοίμαζε τσιμπούσι για τον εγγονό του. Είχε ανοίξει ένα παλιό καλό κυπριακό κρασί «Οθέλλος» είχε ετοιμάσει και τα πιατάκια με τα μεζεδάκια του. Ο Πετράκης του, ο εγγονός του είχε περάσει με διάκριση τις πρώτες εξετάσεις για το μεταπτυχιακό του, είχε στείλει και ένα βίντεο με την παρουσίαση της εργασίας του. Στην παρουσίαση της εργασίας του σημαντική θέση είχε η ιστορία του παππού του για δυο φίλους που αγαπούσαν τα τρένα και ο καθένας διάλεξε διαφορετικό δρόμο, επιλέγοντας διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης.
-Γεια μας Πετράκη με τις ίδιες επιτυχίες να τελειώσεις και τις υπόλοιπες εργασίες σου.
-Έβαλες και εσύ το χεράκι σου παππού. Πήρα και ένα μάθημα κοινωνιολογίας και ετοιμάζω μια εργασία για την σεξουαλικότητα και την εξουσία. Σκέφτομαι να χρησιμοποιήσω υλικό από ταινίες του Πιέρ Πάολο Παζολίνι.
Ο παππούς χαμογέλασε ικανοποιημένος, ο πολιτισμικός θησαυρός της υπόγας, οι συλλογές μιας ζωής δεν θα πήγαιναν ούτε χαμένες, ούτε στοιβαγμένη δωρεά σε κάποια αποθήκη , ο Πετράκης θα συνέχιζε το έργο του. Όταν ο παππούς χαμογελούσε και η δεξιά άκρη των χειλιών έπαιρνε μια φόρα προς τα πάνω αυτό σήμαινε ότι κάτι θυμήθηκε και θα το έφερνε από το αρχείο στον Πέτρο. Έτσι έγινε και αυτή την φορά. Πήγε στις βιβλιοθήκες με το κινηματογραφικό αρχείο και πήρε ένα κουτί με τρία κεφαλαία Π στην μπροστά πλευρά του.
-Τους είδαμε αλευρωμένους και τους περάσαμε για μυλωνάδες .
-Τι είπες παππού;
-Πάρε αυτό το κουτί, Πιέρ Πάολο Παζολίνι, όλες του οι ταινίες , δικά του κείμενα για τον κινηματογράφο , κριτικές για τις ταινίες του και κάποιες σκόρπιες δικές μου σημειώσεις.
Ο Πέτρος κατάλαβε ότι τα ακαταλαβίστικα που είπε ο παππούς ήταν κωδικοποιημένη μια ιστορία και για αυτό επέμενε. Άλλο που δεν ήθελε και ο παππούς.
-Τι είπες παππού πριν;
-Αφορά τους ανθρώπους τις εξουσίας και εμάς που παραμυθιαζόμαστε μαζί τους.
Ήταν μια φορά και ένα καιρό σε ένα χωριό ένας μυλωνάς. Παμπόνηρος και παραμυθατζής. Όλους τους είχε κλέψει στο χωριό εκτός από τον γείτονα του τον Νίκο τον σιδερά γιατί είχε μεγάλα μπράτσα, βαρύ χέρι και τον φοβόταν . Όπου έβλεπε θηλυκό αμέσως ορμούσε, ανεξαρτήτως ηλικίας θέσης και καταγωγής. «Σαβουροκαβάλας» ήταν το παρατσούκλι του. Τα κατάφερε και τα έφτιαξε με μια όμορφη χήρα που πίστεψε τα παραμύθια του. Για κακή της τύχη όμως σχεδόν στα πράσα την έπιασε μια χωριανή που πήγαινε το σιτάρι της για άλεσμα. Τότε η χήρα ακολούθησε την σοφή τακτική, όταν είσαι μέσα στον βούρκο κάλεσε και τον άλλο να βρει το δήθεν χαμένο δαχτυλίδι και αν θέλει ας τολμήσει να σε κατηγορήσει για λασπιασμένο. Δεν αρνήθηκε τις σχέσεις της με τον μυλωνά αλλά τις είπε ότι ήταν πολύ ιδιαίτερος στις σεξουαλικές υπηρεσίες που πρόσφερε και θα μπορούσε ίσως και αυτή να δοκιμάσει. Δεν ήθελε και πολύ να φουντώσει της άλλης η φαντασία γιατί τελικά περί φαντασίας επρόκειτο, πήγε και αυτή να δοκιμάσει τις χάρες του μυλωνά. Η μία μετά την άλλη οι γυναίκες του χωριού άρχισαν να πηγαίνουν αυτές το σιτάρι στον μύλο αντί για τους άντρες τους. Οι άντρες βολεύονταν για πρέφα και ουζάκια στο καφενείο απολάμβαναν την εξουσία τους στέλνοντας τις «σκλάβες» για δουλειές και ο μυλωνάς την δουλειά του . Όσο μεγάλωνε η θηλυκή πελατεία του μυλωνά τόσο μεγάλωνε και η φήμη του για τις άλλες του χάρες. Ο Νίκος ο σιδεράς είχε το μαγαζί του στην περασιά για τον μύλο, χρειάζονταν και αυτός τα νερά του παραπόταμου για την δουλειά του. Παρατήρησε τον συρφετό τον γυναικών που πήγαιναν στον μύλο και παρακολουθώντας για λίγο κατάλαβε τι γίνεται. Του έπεσε αμόνι στο κεφάλι όταν ένα βράδυ του είπε η γυναίκα του.
-Νικόλα μου για να σε ξεκουράσω λέω να πάω εγώ το σιτάρι στο μύλο.
-Καλά ρε γυναίκα πέντε λεπτά από το σιδεράδικο είναι γιατί να μην το πάω εγώ …έχεις ξαναπάει σιτάρι στον μύλο; ( την ρώτησε και οι φλέβες στα μπράτσα πήγαν να σπάσουν ευτυχώς που φορούσε μακρυμάνικο πουκάμισο και δεν φάνηκε η ταραχή του)
-Όχι η πρώτη μου φορά είναι ( του είπε και κοκκίνισαν χωρίς να το καταλάβει τα μάγουλα της) .
-Ευτυχώς ( μουρμούρισε μέσα από τα δόντια του ο Νικόλας).
-Τι είπε Νικόλα μου ;
-Τίποτα, πότε λες να πας;
-Αύριο μετά τις δουλειές του σπιτιού ….και μετά θα περάσω να πιούμε ένα καφεδάκι από το σιδεράδικο….
-Καλά ρε γυναίκα να πας…
Πονηρή η γυναίκα του μα πιο πονηρός ο Νικόλας.
Πρωί , πρωί ο Νίκος ο σιδεράς άφησε ένα σημείωμα στην εξωτερική πόρτα του μαγαζιού ένα σημείωμα «Λείπω σε εξωτερική εργασία» και πήγε στον μύλο.
-Θανούλη ( λέει του μυλωνά) σήμερα θα πάρεις για λίγες ώρες άδεια.
-Γιατί ρε Νικόλα από πότε έγινες αφεντικό στο μύλο μου ;
-Σήμερα θα φέρει το σιτάρι η γυναίκα μου και το δικό μου το σιτάρι το αλέθω μόνο εγώ, κατάλαβες;
Το δυνατό βλέμμα του Νικόλα και οι σφιγμένες γροθιές του έπεισαν τον Θάνο να πάρει τα σύνεργα του και να πάει στην ποταμιά για ψάρεμα. Ο Νίκος για να μην τον γνωρίσει η γυναίκα του πασαλείφτηκε από την κορυφή μέχρι τα νύχια με αλεύρι. Η γυναίκα του παραμυθιασμένη και φαντασμένη από τις άλλες πριν καν αφήσει το σιτάρι βρέθηκε να ερωτοπαλεύει με τον «μυλωνά» Νίκο πάνω στα σακιά. Τέτοια ήταν η δύναμη της φαντασίας που δεν κατάλαβε ότι ο άντρας με τον οποίο συνευρισκόταν εκείνη την στιγμή ήταν ο άνδρας της. Η δύναμη της φαντασίας την εμπόδισε να αναγνωρίσει το κορμί με το οποίο κοιμόνταν πλάι πλάι για χιλιάδες νύχτες.
-Αχ μυλωνά μου είσαι το κάτι άλλο…( ένα μμμμ ικανοποίησης ) μούγκρισε ο Νίκος για να μην προδοθεί)… το αλεύρι να το αφήσεις στον άντρα μου!!!!
Μετά από λίγες μέρες αφού είχε πάει το αλεύρι στο σπίτι ο Νίκος του λέει η κυρά του ενώ έπινε τον πρωινό καφέ του, λίγο πριν φύγει για την δουλειά του…
-Καλά ρε Νίκο μου πως το κουβάλησες το αλεύρι τα εσώρουχα σου ήταν γεμάτα αλεύρια ….
-Δεν έχεις ακούσει την καινούρια παροιμία ;
-Ποια Νικόλα ;
-Μας είδαμε αλευρωμένους και μας περάσανε για μυλωνάδες…. ( παίρνει μια τελευταία ρουφηξιά και της αφήνει το ίδιο μουγκρητό που της απάντησε στο μύλο ) μμμμ πολύ ωραίος ο καφές σου σήμερα.
Της γυναίκας του της κόπηκε το χαμόγελο, σε χρόνο μηδέν δούλεψε το μυαλό της, γιατί τα αλευρωμένα εσώρουχα ήταν από την ημέρα που πήγε αυτή το σιτάρι, η αλλαξιά της ημέρας που έφερε ο Νίκος το αλεύρι δεν ήταν αλευρωμένη…..
-Καλά ρε παππού και που κολλάει αυτό με την εξουσία και την σεξουαλικότητα ;
-Άκου Πετράν, οι επαγγελματίες εξουσιαστές κάθε χρώματος την έχουν δει μυλωνάδες, κατάφεραν και κυκλοφόρησαν επιδέξια την φήμη ότι είναι προικισμένοι και ικανοί και μόνο αυτοί για να μας αντιπροσωπεύσουν. Μεταξύ τους αν και φαινομενικά είναι αντίπαλοι έχουν ένα και μοναδικό σκοπό την διατήρηση της εξουσίας για την συντεχνία τους. Το μόνο που κάνουν είναι να κλέβουν το αλεύρι του κοσμάκη και αν καμιά φορά τους ανακαλύψουμε έτσι όπως είναι αλευρωμένοι από την κορυφή μέχρι τα νύχια με αλεύρια που πάνε στις δικές του αποθήκες , το παίζουν αγνοί και άσπιλοι μυλωνάδες που αλέθουν με πολύ κόπο το δικό μας αλεύρι. Μας κλείνουν πονηρά το μάτι και μας υπόσχονται ηδονές και χαρές.
Έτσι λοιπόν εμείς βλέπουμε τους κλέφτες αλευρωμένους με το δικό μας αλεύρι που κλέβουν και τους περνάμε για μυλωνάδες, μας τυφλώνει η φαντασία και τους αφήνουμε να μας βιάζουν και τα όνειρα και την καθημερινή μας ζωή.
-Και ο Νίκος τι ρόλο έχει;
-Είναι η ελάχιστη ευφυής αντίσταση ελπίδας που μας έχει απομείνει.
-Άντε γεια παππού πάω για μελέτη…
-Κοίτα μην δει ο πατέρας σου το κουτί με τις ταινίες του Παζολίνι και μου αρχίσει τις καθώς πρέπει μουρμούρες του… ε και δεν φαντάζομαι να ξαναβάλεις τις ιστορίες που σου λέω στην εργασία σου …..
(Η σημερινή ιστορία στηρίχθηκε σε μια ατάκα του Σώτου, «μας είδανε αλευρωμένους μας περάσανε για μυλωνάδες» παραφράζοντας την και με δόσεις φαντασίας και πραγματικότητας που μας περιβάλλει πήρε την τελική της μορφή)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου