Η απέναντι όχθη του Βασίλη Καπετάνιου
Ο παππούς καθόταν στον καναπέ από τις λίγες φορές που παρακολουθούσε τηλεόραση , γινόταν μια κουβέντα για την οικονομική κρίση και την πιθανή αναδιάρθρωση του χρέους, ένας πρώην υπουργός έλεγε ότι ήδη είχαμε χρεοκοπήσει .
-Παππού τι βλέπεις μας πάνε σιγά, σιγά στον γκρεμό. Τον ρώτησε ο εγγονός του ο Πέτρος.
-Αν δεν είχαν αγοράσει Γαλλία , Γερμανία και Αμερική ελληνικά ομόλογα μάλλον θα μας είχαν σβήσει από τον χάρτη, όσο θέλουν να σώζουν τα συμφέροντα τους θα μας κρατάνε στην εντατική … δική μας η πατρίδα αλλά αυτοί θα μας πουν «σοκερντέ μπαλαμέ;»
-Πέτρο να φτιάξω δυο σκέτους ; ( Φώναξε η γιαγιά ήξερε χρόνια τώρα όταν ό άντρας της έλεγε ακαταλαβίστικα ήταν ώρα για κάποια ιστορία).
-Φτιάξε γιαγιά γιατί μάλλον έχουμε καινούργια ιστορία από τον παππού. Λοιπόν παππού για λέγε ποια ιστορία κρύβεται πίσω από το «σοκερντέ μπαλαμέ;»
-Λοιπόν άκου ο αδελφός μου ο Προκόπης για κάποια χρόνια δούλεψε στο ΚΤΕΛ του Άργους. Τον παιδικό του φίλο τον Θανάση όταν έφυγε για Αθήνα τον έβλεπε μέσα στα λεωφορεία. Στο δρομολόγιο Άργους-Αθήνα συντηρούσαν την φιλία τους. Ο Θανάσης την εποχή που έπρεπε να ήσουν λίγο ήρωας για να διορισθείς στο δημόσιο, γιατί πραγματικά ο μισθός ήταν τρεις και εξήντα, αποφάσισε να πάρει το ρίσκο και πήγε στον ΟΤΕ. Η υπηρεσία τον διόρισε στην Αθήνα και εκεί ρίζωσε για τριάντα πέντε χρόνια. Ο Θανάσης όλα αυτά τα χρόνια είχε ένα κρυφό όνειρο ήθελε όταν τακτοποιήσει τα παιδιά του να γυρίσει στην Αργολίδα και βρει ένα χωραφάκι για να περάσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Η ζωή παρά τις αρχικές δυσκολίες του στάθηκε καλή , πάντρεψε τα παιδιά του , πήρε το εφάπαξ , συμφώνησε και η γυναίκα του και ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στο Άργος. Νέος και γερός ήταν ακόμα το μόνο που έμενε για ολοκληρωθεί το σχέδιο του ήταν το μικρό χωραφάκι. Σε μια τοπική εφημερίδα διάβασε μια ενδιαφέρουσα αγγελία για ένα σχετικά μεγάλο κομμάτι γης και σε πολύ καλή τιμή και η περιοχή ήταν σχετικά κοντά μεταξύ Άργους και Νέας Κίου. Πήγε λοιπόν και είδε το χωράφι, πρόσεξε ότι γύρω από το χωράφι υπήρχαν πολλές παράγκες αθίγγανων. Αλλά ο Θανάσης , ανοιχτό μυαλό και δημοκρατικός άνθρωπος δεν είχε πρόβλημα με χρώματα και φυλές ανθρώπων .
-Μένουν πολλοί αθίγγανοι εδώ γύρω;
-Ο ιδιοκτήτης μόλις το άκουσε αυτό, ξεροκατάπιε , κοίταξε τις μύτες των ελαφρά λασπωμένων παπουτσιών , έπαιξε τα κλειδιά του σαν μπεγλέρι , σήκωσε τα μάτια στον ουρανό και κατάπιε το σάλιο του σαν να πήρε μια απόφαση.
-Κοίτα φίλε το χωράφι είναι τεφαρίκι , οικοδομίσιμο, 250 μέτρα από την στάση του λεωφορείου για Άργος, αλλά το πουλάω μισοτιμής . Από τότε που κατασκήνωσαν αυτοί εδώ ( και κοίταξε προς τις παράγκες) χάνει την αξία του χρόνο με τον χρόνο. Αν άλλαξες γνώμη δεν πειράζει ούτε ο πρώτος είσαι και από ότι φαίνεται ούτε ο τελευταίος.
-Ο Θανάσης έτσι όπως το είδε το χωράφι το ερωτεύτηκε , η τιμή ήταν πραγματική προσφορά
-Θα το πάρω!!! ( Του ιδιοκτήτη του έπεσαν τα κλειδιά από το χέρι )
-Θέλεις να σε πάω μέχρι το αυτοκίνητο σου;
-Όχι, δεν έχω αυτοκίνητο με το ΚΤΕΛ ήρθα θα περπατήσω.
-Στο λεωφορείο του κόβει εισιτήριο ο θείος σου ο Προκόπης.
-Θανάση γελάνε και τα μουστάκια σου είχαμε κανένα ευχάριστο από τα παιδιά .
( Ήταν έγκυος η κόρη του και φαντάστηκε ότι ήρθε το πρώτο εγγονάκι.)
-Όχι Προκόπη αλλά απόκτησα την γείωση που μου έλλειπε .
-Θανάση μήπως πέρασες από τα τσιπουράδικα της πλατείας;
-Όχι αλλά κερνάω, βρήκα το χωραφάκι που σου έλεγα.
-Άντε ρε καλορίζικο.
-Ο Θανάσης που λες κούκλα το έκανε το χωράφι, περίφραξη , μικρά θερμοκήπια , παρτέρια , έφτιαξε και αυτός μια μικρή παράγκα. Έγινε το στέκι του , αν και νέος ακόμα με το χωράφι ξανάνιωσε. Σχεδόν κάθε απόγευμα πήγαινε με το λεωφορείο στο χωράφι του. Τώρα με τον Προκόπη τα λέγανε στο δρομολόγιο Άργος –Νέα Κίος.
-Πως τα πας γαιοκτήμονα ; ( Τον ρώτησε ο αδελφός μου για να τον πειράξει.)
-Φίλε δεν μπορείς να φανταστείς τι δύναμη μου δίνει αυτό το χωράφι, μέχρι και κάτι ψιλοπροβληματάκια που είχα , πίεση και ζάχαρο διορθώθηκαν.
-Δηλαδή εσύ κάνεις χωραφοθεραπεία . Του είπε ο Προκόπης.
-Όλα είναι καλά αλλά έχω ένα μικρό προβληματάκι.
-Τι έγινε τίποτα στο σπίτι ;
-Όχι όλοι καλά είναι , με το χωράφι έχω ένα μικρό προβληματάκι ,με τους γείτονες μου, τους τσιγγάνους
-Τι πρόβλημα ;
- Ε να αν και το έχω περιφράξει , τα μικρά πηδάνε μέσα και κάνουν πλιάτσικο, από τα λαχανικά που φυτεύω ούτε τα μισά δεν μαζεύω .
-Γιατί δεν τα μαλώνεις.
-Δεν προλαβαίνω , ένα φυλάει τσίλιες στο δρόμο με το που φτάνω δίνει σύνθημα και γίνονται καπνός. Πριν από μέρες άλλαξα δρόμο πάλι με κατάλαβαν ίσα που είδα μερικά να πηδάνε το φράχτη.
-Και τώρα τι θα κάνεις;
-Δεν ξέρω, εγώ τους συμπαθώ αλλά σε ποιόν να μιλήσω, η γυναίκα μου είχε μια ιδέα
-Τι;
-Να συγγενέψουμε μαζί τους.
-Τι πράγμα ;
-Να βαφτίσω ένα παιδάκι , ψυχικό θα κάνουμε , ε και πιστεύω ότι με την κουμπαριά κάτι θα κάνω.
-Τι να σου πω σαν ιδέα καλή ακούγεται.
Ο Προκόπης σταμάτησε την δουλειά στο ΚΤΕΛ και είδε μετά από έξι περίπου μήνες τον Θανάση στην πλατεία του Αγίου Πέτρου.
-Τι έγινε ρε γαιοκτήμονα ;
-Άσε Προκόπη απέτυχε η κουμπαριά και παραμένει μειωμένη η παραγωγή.
-Δεν κατάλαβα τις εννοείς .
-Τελευταία φορά που σε είδα, αν θυμάσαι σου είπα ότι σκεφτόμουνα να κάνω μια κουμπαριά με τους αθίγγανους για να σταματήσουν να μπαίνουν στο χωράφι τα μικρά κατά κύματα.
-Α ναι και τι δεν σε δέχτηκαν;
-Όχι μετά χαράς , ο κουμπάρος το θεώρησε μεγάλη τιμή που ένας μπαλαμός ( ξένος) ήθελε να βαφτίσει το παιδί του , έβαλα και το όνομα μου. Και ένα γλέντι δεν μπορώ να σου περιγράψω, ούτε Πάσχα στο χωριό να ήτανε.
-Ε τότε που είναι το πρόβλημα.
-Έ άκου να δεις τι έγινε. Σου είπα τα μικρά όταν με έβλεπαν από το δρόμο έδινε σήμα ο τσιλιαδόρος και ίσα που πρόλαβα μια φορά που άλλαξα δρόμο και είδα την πλάτη τους και κατάλαβα τι γίνεται. Μια εβδομάδα μετά τα βαφτίσια πήγα στο χωράφι και βλέπω μέσα είκοσι μικρά , άλλα να παίζουν άλλα να κόβουν κανένα λαχανικό κανένα αγγούρι. Ανοίγω την πόρτα και μπαίνω μέσα . Ούτε τσιλιαδόρος ούτε τρεχαλητά αυτή τη φορά . Σαν να ήμουνα αόρατος , λες και δεν υπήρχα. Ρε παιδιά τι γίνεται εδώ τους ρωτάω .
-Σοκερντέ μπαλαμέ ( Τι θέλεις ξένε;) με ρωτά ένα μικρό αγοράκι .
-Τι θέλετε στο ξένο χωράφι . Το ρωτάω
-Ποιο ξένο χωράφι; ( Με ρωτά με τέτοια σιγουριά που αν δεν είχα ξεκλειδώσει την περίφραξη θα νόμιζα ότι είχα μπει σε λάθος χωράφι )
-Αυτό που είσαι τώρα μέσα .
-Μπαλαμέ αυτό το χωράφι είναι του νουνού μας και ότι θέλουμε κάνουμε !!!!
-Εγώ είμαι ο νονός του λέω
-Τσαβά χασπί ( Παιδιά ησυχία , φωνάζει με πολύ δυνατή φωνή εκείνο , τρόμαξε και μένα να φανταστείς)
-Τσαβά ο νονός ( παιδιά ο νονός )
-Ε δεν μπορείς να φανταστείς τι έγινε
-Τι ;
-Ακούω από όλα μαζί τα παιδιά ένα «μάκε γκάβα τουτ πολύ νουνέ» ( σε αγαπώ πολύ νονέ) και έτρεξαν να αγκαλιάσουν , με συγκίνησαν τα μπαγάσικα τους έδωσα και χαρτζιλίκι!!!!
-Κατάλαβες Πετράν, θέλαμε κουμπαριές με τους Ευρωπαίους για να προκόψουμε και τώρα έχουν μπει στο χωράφι, την πατρίδα μας και αν τολμήσουμε να ρωτήσουμε και τίποτα με θράσος μας απαντάνε σοκερτνέ μπαλαμέ , με το ΔΝΤ θα καταντήσουμε μετανάστες στην ίδια την πατρίδα μας.
*Την βασική ιστορία για το χωράφι και τα τσιγγανόπουλα μου την είχε διηγηθεί ο αδελφός μου ο Προκόπης και είχε διαδραματιστεί στην ευρύτερη περιοχή μεταξύ Άργους και Νέας Κίου , και η απάντηση των παιδιών στην ερώτηση του ιδιοκτήτη τι κάνουν εκεί ήταν «Του νουνού μας είναι το χωράφι!!!».
Ο παππούς καθόταν στον καναπέ από τις λίγες φορές που παρακολουθούσε τηλεόραση , γινόταν μια κουβέντα για την οικονομική κρίση και την πιθανή αναδιάρθρωση του χρέους, ένας πρώην υπουργός έλεγε ότι ήδη είχαμε χρεοκοπήσει .
-Παππού τι βλέπεις μας πάνε σιγά, σιγά στον γκρεμό. Τον ρώτησε ο εγγονός του ο Πέτρος.
-Αν δεν είχαν αγοράσει Γαλλία , Γερμανία και Αμερική ελληνικά ομόλογα μάλλον θα μας είχαν σβήσει από τον χάρτη, όσο θέλουν να σώζουν τα συμφέροντα τους θα μας κρατάνε στην εντατική … δική μας η πατρίδα αλλά αυτοί θα μας πουν «σοκερντέ μπαλαμέ;»
-Πέτρο να φτιάξω δυο σκέτους ; ( Φώναξε η γιαγιά ήξερε χρόνια τώρα όταν ό άντρας της έλεγε ακαταλαβίστικα ήταν ώρα για κάποια ιστορία).
-Φτιάξε γιαγιά γιατί μάλλον έχουμε καινούργια ιστορία από τον παππού. Λοιπόν παππού για λέγε ποια ιστορία κρύβεται πίσω από το «σοκερντέ μπαλαμέ;»
-Λοιπόν άκου ο αδελφός μου ο Προκόπης για κάποια χρόνια δούλεψε στο ΚΤΕΛ του Άργους. Τον παιδικό του φίλο τον Θανάση όταν έφυγε για Αθήνα τον έβλεπε μέσα στα λεωφορεία. Στο δρομολόγιο Άργους-Αθήνα συντηρούσαν την φιλία τους. Ο Θανάσης την εποχή που έπρεπε να ήσουν λίγο ήρωας για να διορισθείς στο δημόσιο, γιατί πραγματικά ο μισθός ήταν τρεις και εξήντα, αποφάσισε να πάρει το ρίσκο και πήγε στον ΟΤΕ. Η υπηρεσία τον διόρισε στην Αθήνα και εκεί ρίζωσε για τριάντα πέντε χρόνια. Ο Θανάσης όλα αυτά τα χρόνια είχε ένα κρυφό όνειρο ήθελε όταν τακτοποιήσει τα παιδιά του να γυρίσει στην Αργολίδα και βρει ένα χωραφάκι για να περάσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Η ζωή παρά τις αρχικές δυσκολίες του στάθηκε καλή , πάντρεψε τα παιδιά του , πήρε το εφάπαξ , συμφώνησε και η γυναίκα του και ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στο Άργος. Νέος και γερός ήταν ακόμα το μόνο που έμενε για ολοκληρωθεί το σχέδιο του ήταν το μικρό χωραφάκι. Σε μια τοπική εφημερίδα διάβασε μια ενδιαφέρουσα αγγελία για ένα σχετικά μεγάλο κομμάτι γης και σε πολύ καλή τιμή και η περιοχή ήταν σχετικά κοντά μεταξύ Άργους και Νέας Κίου. Πήγε λοιπόν και είδε το χωράφι, πρόσεξε ότι γύρω από το χωράφι υπήρχαν πολλές παράγκες αθίγγανων. Αλλά ο Θανάσης , ανοιχτό μυαλό και δημοκρατικός άνθρωπος δεν είχε πρόβλημα με χρώματα και φυλές ανθρώπων .
-Μένουν πολλοί αθίγγανοι εδώ γύρω;
-Ο ιδιοκτήτης μόλις το άκουσε αυτό, ξεροκατάπιε , κοίταξε τις μύτες των ελαφρά λασπωμένων παπουτσιών , έπαιξε τα κλειδιά του σαν μπεγλέρι , σήκωσε τα μάτια στον ουρανό και κατάπιε το σάλιο του σαν να πήρε μια απόφαση.
-Κοίτα φίλε το χωράφι είναι τεφαρίκι , οικοδομίσιμο, 250 μέτρα από την στάση του λεωφορείου για Άργος, αλλά το πουλάω μισοτιμής . Από τότε που κατασκήνωσαν αυτοί εδώ ( και κοίταξε προς τις παράγκες) χάνει την αξία του χρόνο με τον χρόνο. Αν άλλαξες γνώμη δεν πειράζει ούτε ο πρώτος είσαι και από ότι φαίνεται ούτε ο τελευταίος.
-Ο Θανάσης έτσι όπως το είδε το χωράφι το ερωτεύτηκε , η τιμή ήταν πραγματική προσφορά
-Θα το πάρω!!! ( Του ιδιοκτήτη του έπεσαν τα κλειδιά από το χέρι )
-Θέλεις να σε πάω μέχρι το αυτοκίνητο σου;
-Όχι, δεν έχω αυτοκίνητο με το ΚΤΕΛ ήρθα θα περπατήσω.
-Στο λεωφορείο του κόβει εισιτήριο ο θείος σου ο Προκόπης.
-Θανάση γελάνε και τα μουστάκια σου είχαμε κανένα ευχάριστο από τα παιδιά .
( Ήταν έγκυος η κόρη του και φαντάστηκε ότι ήρθε το πρώτο εγγονάκι.)
-Όχι Προκόπη αλλά απόκτησα την γείωση που μου έλλειπε .
-Θανάση μήπως πέρασες από τα τσιπουράδικα της πλατείας;
-Όχι αλλά κερνάω, βρήκα το χωραφάκι που σου έλεγα.
-Άντε ρε καλορίζικο.
-Ο Θανάσης που λες κούκλα το έκανε το χωράφι, περίφραξη , μικρά θερμοκήπια , παρτέρια , έφτιαξε και αυτός μια μικρή παράγκα. Έγινε το στέκι του , αν και νέος ακόμα με το χωράφι ξανάνιωσε. Σχεδόν κάθε απόγευμα πήγαινε με το λεωφορείο στο χωράφι του. Τώρα με τον Προκόπη τα λέγανε στο δρομολόγιο Άργος –Νέα Κίος.
-Πως τα πας γαιοκτήμονα ; ( Τον ρώτησε ο αδελφός μου για να τον πειράξει.)
-Φίλε δεν μπορείς να φανταστείς τι δύναμη μου δίνει αυτό το χωράφι, μέχρι και κάτι ψιλοπροβληματάκια που είχα , πίεση και ζάχαρο διορθώθηκαν.
-Δηλαδή εσύ κάνεις χωραφοθεραπεία . Του είπε ο Προκόπης.
-Όλα είναι καλά αλλά έχω ένα μικρό προβληματάκι.
-Τι έγινε τίποτα στο σπίτι ;
-Όχι όλοι καλά είναι , με το χωράφι έχω ένα μικρό προβληματάκι ,με τους γείτονες μου, τους τσιγγάνους
-Τι πρόβλημα ;
- Ε να αν και το έχω περιφράξει , τα μικρά πηδάνε μέσα και κάνουν πλιάτσικο, από τα λαχανικά που φυτεύω ούτε τα μισά δεν μαζεύω .
-Γιατί δεν τα μαλώνεις.
-Δεν προλαβαίνω , ένα φυλάει τσίλιες στο δρόμο με το που φτάνω δίνει σύνθημα και γίνονται καπνός. Πριν από μέρες άλλαξα δρόμο πάλι με κατάλαβαν ίσα που είδα μερικά να πηδάνε το φράχτη.
-Και τώρα τι θα κάνεις;
-Δεν ξέρω, εγώ τους συμπαθώ αλλά σε ποιόν να μιλήσω, η γυναίκα μου είχε μια ιδέα
-Τι;
-Να συγγενέψουμε μαζί τους.
-Τι πράγμα ;
-Να βαφτίσω ένα παιδάκι , ψυχικό θα κάνουμε , ε και πιστεύω ότι με την κουμπαριά κάτι θα κάνω.
-Τι να σου πω σαν ιδέα καλή ακούγεται.
Ο Προκόπης σταμάτησε την δουλειά στο ΚΤΕΛ και είδε μετά από έξι περίπου μήνες τον Θανάση στην πλατεία του Αγίου Πέτρου.
-Τι έγινε ρε γαιοκτήμονα ;
-Άσε Προκόπη απέτυχε η κουμπαριά και παραμένει μειωμένη η παραγωγή.
-Δεν κατάλαβα τις εννοείς .
-Τελευταία φορά που σε είδα, αν θυμάσαι σου είπα ότι σκεφτόμουνα να κάνω μια κουμπαριά με τους αθίγγανους για να σταματήσουν να μπαίνουν στο χωράφι τα μικρά κατά κύματα.
-Α ναι και τι δεν σε δέχτηκαν;
-Όχι μετά χαράς , ο κουμπάρος το θεώρησε μεγάλη τιμή που ένας μπαλαμός ( ξένος) ήθελε να βαφτίσει το παιδί του , έβαλα και το όνομα μου. Και ένα γλέντι δεν μπορώ να σου περιγράψω, ούτε Πάσχα στο χωριό να ήτανε.
-Ε τότε που είναι το πρόβλημα.
-Έ άκου να δεις τι έγινε. Σου είπα τα μικρά όταν με έβλεπαν από το δρόμο έδινε σήμα ο τσιλιαδόρος και ίσα που πρόλαβα μια φορά που άλλαξα δρόμο και είδα την πλάτη τους και κατάλαβα τι γίνεται. Μια εβδομάδα μετά τα βαφτίσια πήγα στο χωράφι και βλέπω μέσα είκοσι μικρά , άλλα να παίζουν άλλα να κόβουν κανένα λαχανικό κανένα αγγούρι. Ανοίγω την πόρτα και μπαίνω μέσα . Ούτε τσιλιαδόρος ούτε τρεχαλητά αυτή τη φορά . Σαν να ήμουνα αόρατος , λες και δεν υπήρχα. Ρε παιδιά τι γίνεται εδώ τους ρωτάω .
-Σοκερντέ μπαλαμέ ( Τι θέλεις ξένε;) με ρωτά ένα μικρό αγοράκι .
-Τι θέλετε στο ξένο χωράφι . Το ρωτάω
-Ποιο ξένο χωράφι; ( Με ρωτά με τέτοια σιγουριά που αν δεν είχα ξεκλειδώσει την περίφραξη θα νόμιζα ότι είχα μπει σε λάθος χωράφι )
-Αυτό που είσαι τώρα μέσα .
-Μπαλαμέ αυτό το χωράφι είναι του νουνού μας και ότι θέλουμε κάνουμε !!!!
-Εγώ είμαι ο νονός του λέω
-Τσαβά χασπί ( Παιδιά ησυχία , φωνάζει με πολύ δυνατή φωνή εκείνο , τρόμαξε και μένα να φανταστείς)
-Τσαβά ο νονός ( παιδιά ο νονός )
-Ε δεν μπορείς να φανταστείς τι έγινε
-Τι ;
-Ακούω από όλα μαζί τα παιδιά ένα «μάκε γκάβα τουτ πολύ νουνέ» ( σε αγαπώ πολύ νονέ) και έτρεξαν να αγκαλιάσουν , με συγκίνησαν τα μπαγάσικα τους έδωσα και χαρτζιλίκι!!!!
-Κατάλαβες Πετράν, θέλαμε κουμπαριές με τους Ευρωπαίους για να προκόψουμε και τώρα έχουν μπει στο χωράφι, την πατρίδα μας και αν τολμήσουμε να ρωτήσουμε και τίποτα με θράσος μας απαντάνε σοκερτνέ μπαλαμέ , με το ΔΝΤ θα καταντήσουμε μετανάστες στην ίδια την πατρίδα μας.
*Την βασική ιστορία για το χωράφι και τα τσιγγανόπουλα μου την είχε διηγηθεί ο αδελφός μου ο Προκόπης και είχε διαδραματιστεί στην ευρύτερη περιοχή μεταξύ Άργους και Νέας Κίου , και η απάντηση των παιδιών στην ερώτηση του ιδιοκτήτη τι κάνουν εκεί ήταν «Του νουνού μας είναι το χωράφι!!!».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου