Κοινωνία - ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ | on line Εφημερίδα | www.anagnostis.org | ΑΡΓΟΛΙΔΑ

Σκίτσο - ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ | on line Εφημερίδα | www.anagnostis.org | ΑΡΓΟΛΙΔΑ

Τοπική Αυτοδιοίκηση - ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ | on line Εφημερίδα | www.anagnostis.org | ΑΡΓΟΛΙΔΑ

Τοπική Αυτοδιοίκηση - ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ | on line Εφημερίδα | www.anagnostis.org | ΑΡΓΟΛΙΔΑ

Θα μεταφερθείτε στη νέα σελίδα σε

Δευτερόλεπτα

Σας περιμένουμε στην ηλεκτρονική μας έκδοση

Σας περιμένουμε στην ηλεκτρονική μας έκδοση
Επισκεφθείτε ΤΩΡΑ το site του ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ. www.anagnostis.org. Κλικ στην εικόνα

24/11/11

Εικόνες της κρίσης 2

Η απέναντι όχθη του Βασίλη Καπετάνιου

2.1  Δύο κιλά ρύζι

Ο Τάκης  Δευτέρα πρωί πήγε να ανοίξει το κατάστημα του. Διατηρεί ένα κατάστημα με ηλεκτρονικών συσκευών και με είδη κινητής τηλεφωνίας λίγο πιο έξω από το Άργος. Δεύτερη Δευτέρα του μήνα και η πρόβλεψη ήταν για ιδιαίτερα φορτωμένη εργασιακή ατμόσφαιρα. Ήταν η ημέρα λήξης των πληρωμών των λογαριασμών. Και όπως συνήθως ο έλληνας με κλιμακούμενο ρυθμό συρτάκι αφήνει όλες τις υποχρεώσεις του για την τελευταία μέρα.

Πρώτος πελάτης ο μπάρμπα Θάνος, ένας καλοσυνάτος συνταξιούχος ναυτικός. Από σχόλια πελατών τον προηγούμενο μήνα ο Τάκης έμαθε ότι άρχισε να αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα.

-Παρά τις δυσκολίες έρχεται να τακτοποιήσει τις υποχρεώσεις του. ( Μονολόγησε ο Τάκης.)

-Καλημέρα παιδί μου. ( Του είπε ο μπάρμπα Θάνος με ένα βλέμμα σα να ήταν αλλού. Ο χαιρετισμός και το βλέμμα παραξένεψαν τον Τάκη γιατί πάντα όταν έμπαινε μέσα του φώναζε: Γεια σου ρε Τάκαρε!!!)

-Σε τι μπορώ να σε εξυπηρετήσω μπάρμπα Θάνο. (Το βλέμμα του φανέρωσε ότι δεν αναγνώρισε ο εγκέφαλος του το όνομα του.)

-Ρύζι παιδί μου, δυο κιλά ρύζι θα ήθελα !!!

Τώρα ήταν που τα έχασε τελείως ο Τάκης. Κοιτά γύρω στο μαγαζί του γεμάτο ηλεκτρονικά προϊόντα και κινητά τηλέφωνα. Στο καμπυλωτό καθρέφτη που έχει για να προσέχει τα κλεφτρόνια ανταλλάσει ματιές με τον εαυτό του. Νοιώθει μια ανακουφιστική σιγουριά όταν το είδωλο που βλέπει το ταυτίζει με αυτό που αναγνωρίζει σαν εαυτό του. Η φωνή του μπάρμπα Θάνου τον επαναφέρει στην πραγματικότητα.

-Αν έχεις βάλει βάλε και τρία κιλά, παιδί μου!!!

Έξω από το κατάστημα ακούγεται έντονος θόρυβος ο ταχυδρόμος προσπαθεί να παρκάρει το αυτοκίνητο του. Συνοδηγός η μάνα του  η κυρά Ντίνα, πρώην   διευθύνουσα νοσοκόμα του ψυχιατρείου. Έχει προβλήματα με τα πόδια της αλλά θέλει πάντα η ίδια να τακτοποιεί τις υποχρεώσεις της. Όχι ότι δεν είχε εμπιστοσύνη στα παιδιά της αλλά θέλει να κρατά το μυαλό της σε εγρήγορση όπως έλεγε.  

Κάποιες στιγμές το ανθρώπινο μυαλό φωτίζεται  από εικόνες που δεν γίνονται άμεσα κατανοητές. Η εικόνα του ταχυδρόμου και της υπερήλικης  νοσοκόμας φώτισαν την λύση στο μυαλό του Τάκη για να ξεφύγει από την αμήχανη θέση.

-Μπάρμπα Θάνο μια στιγμή να κοιτάξω πίσω στην αποθήκη να δω αν έχει μείνει καθόλου. ( Μετά από λίγα δευτερόλεπτα γυρίζει ο Τάκης ) Τέλειωσε μπάρμπα Θάνο!!

-Εντάξει παιδί μου αύριο θα περάσω πάλι. ( Διατηρώντας το ίδιο άδειο βλέμμα πήγε προς την έξοδο και προσπέρασε τον ταχυδρόμο και την μάνα του σαν να μην  υπάρχουν.)

-Καλέ αυτός δεν είναι καλά!!! Ούτε καν με πρόσεξε!!! ( Είπε θυμωμένη η κυρά Ντίνα με την απογοήτευση κοκέτας που δεν κατόρθωσε να κερδίσει το αντρικό βλέμμα. Όταν η κυρά Ντίνα έβγαινε στην αγορά ήταν ντυμένη  λες και θα πήγαινε σε δεξίωση στο προεδρικό μέγαρο.)

-Και πώς να είναι καλέ μαμά, το πρωί του πήγα το χαράτσι της ΔΕΗ μου είπε να του διαβάσω το ποσό, 1850 ευρώ του είπα και χάθηκε το βλέμμα του. Δυόμιση συντάξεις θέλει για να το ξεχρεώσει.

-Παροδικό σοκ , παροδική αμνησία λόγω κάποιου εξωτερικού γεγονότος. (Έβαλε την διάγνωση και ξαναπήρε την αυτάρεσκη σιγουριά της γυναίκας που ήταν κάποτε η καλλονή της περιοχής. Η γοητεία της νικήθηκε από την αμνησία που προκάλεσε το χαράτσι, μπορούσε να το αποδεχτεί,.  Οι απορίες του  Τάκη λύθηκαν.)

-Παρακαλώ σε τι μπορώ να εξυπηρετήσω την ωραία κυρία …. ( ως έμπορος ήταν και εν μέρει ψυχοθεραπευτής, η κυρία Ντίνα μπορούσε να πληρώσει και αλλού αλλά μόνο αυτός την προσφωνούσε ακόμα ωραία μου κυρία).

Την άλλη μέρα του πρωί  ξανά ο κυρ Θάνος πρώτος πελάτης.

-Ωχ τι δικαιολογία θα βρω τώρα αν θέλει πάλι ρύζι. (Σκέφθηκε ο Τάκης.)

-Γεια  σου Τάκαρε λεβέντη ( του φωνάζει , στα χέρια του κρατά  ένα λογαριασμό τηλεφώνου) ξεχάστηκα και άργησα μια μέρα.

-Δεν πειράζει κυρ Θάνο, αφού ήταν μόνο για μια μέρα!!!


2.2 Το φουστάνι

Η κυρά Θάλεια άνοιξε το μεσαίο φύλλο στην παλιά ξύλινη ντουλάπα. Αυτό με τον καθρέπτη στην εσωτερική πλευρά για να κοιτά το είδωλο της όταν δοκίμαζε τα ρούχα της. Ξαφνιάστηκε όταν είδε την εικόνα στον καθρέπτη της πόρτας. Μάλλον άλλη περίμενε να δει. Είχε να ανοίξει αυτή την ντουλάπα εδώ και δέκα χρόνια. Το επιβεβαίωνε η έντονη μυρωδιά της ναφθαλίνης και η σκόνη που βγήκε ανοίγοντας την πόρτα. Από τότε που πέθανε ο μακαρίτης ο άνδρας της μόνο μαύρα φορούσε.

-Θα τα βγάλω μόνο μια μέρα στο γάμο σου Θάλεια μου ( είχε πει στην εγγονή της).

Και ημέρα αυτή έφτασε την Κυριακή ήταν ο γάμος της πρώτης της εγγονής.

Κοιτούσε εναλλάξ τα πολύχρωμα φουστάνια, τα ταγέρ και το είδωλο στον καθρέπτη. Η έντονη οστεοπόρωση της είχε δώσει μια έντονη κλίση στο κορμί της αποκλείεται να της έκανε κανένα φόρεμα. Κούνησε πέρα δώθε την πόρτα σα να ήθελε να αλλάξει το είδωλο, η σκόνη θόλωσε για λίγο την εικόνα. Έκλεισε απότομα την ντουλάπα. Πήρε το πορτοφόλι της και βγήκε έξω. Πήγε στο πολυκατάστημα που ήταν πελάτισσα τόσα χρόνια, το ίδρυσε ένας συμμαθητής της. Την υποδέχτηκε ο Κυρ Γιώργης , ένας ηλικιωμένος συνταξιούχος έμπορος. Είχε παραδώσει στον γιό του, αλλά στο κατάστημα περνούσε τις περισσότερες ώρες και είχε ακόμα δικούς του, προσωπικούς πελάτες.

-Καλώς την αειθαλή Θάλεια…

-Α ρε Γιώργη ογδόντα χρόνια δεν την ξέχασες την τέχνη του κομπλιμέντου …. Εσύ και όταν βγήκες από την κοιλιά της μάνας του κάτι θα είπες και στην μαμή.

-Θάλεια θα κοιτάξουμε τα γνωστά…. που παίρνεις ( και κοίταξε τα μαύρα ρούχα). 

-Όχι θέλω ένα καλό φόρεμα ….( για κάποιο άγνωστο λόγο δεν του είπε για τον γάμο της εγγονής) για μια επίσημη περίσταση…. να το έχω έτοιμο.

-Κουνήσου από την θέση σου έχουμε χρόνια ακόμα….( εκείνος φαντάστηκε το ταξίδι στον Αχέροντα  ποταμό είχε κάτι προβλήματα με την καρδιά του τελευταία).

Η Θάλεια βρήκε ένα πολύ ωραίο φόρεμα και το κρατούσε μπροστά από τον λαιμό της στον οβάλ καθρέφτη του καταστήματος. Τώρα έβλεπε κάποια άλλη, χωρίς καμπούρα χωρίς ρυτίδες. Το λαμπερό της χαμόγελο ενθουσίασε τον Γιώργη, ένοιωσε μια έντονη ταχυκαρδία και το αίμα να κοκκινίζει το πρόσωπο του.



Η Θάλεια τον είδε να την χαζεύει μέσα από τον καθρέπτη και πάλι της μπήκε η παλιά  υποψία,  ότι εδώ και ογδόντα σχεδόν  χρόνια ο Γιώργης ήταν κρυφά ερωτευμένος μαζί της.

-Πόσο κάνει Γιώργη;

-680 ευρώ αλλά για μια τόσο καλή πελάτισσα σαν και σένα αυτόματα κατεβαίνει στα 600. ( Της κόπηκε το χαμόγελο , ζούσε με μια σύνταξη 450 ευρώ ήταν πέρα από κάθε λογική το ποσό που πράγματι άξιζε το φόρεμα. Ένα περήφανο βούρκωμα φάνηκε στο πρόσωπο της.

-Μπα δεν μπορώ να το πάρω.

-Πάρ΄ το στο σπίτι δοκίμασε το με την ησυχία σου και τα λεφτά τα κανονίζουμε σε δόσεις. Να σε βλέπουμε και πιο συχνά . ( Τα μάγουλα του έγιναν κατακόκκινα)  Αν δεν σου αρέσει μας το φέρνεις πίσω την Δευτέρα.

Ένα χαμόγελο έλαμψε στο πρόσωπο της Θάλειας, το μάγουλα του Γιώργη σε λίγο θα έσταζαν αίμα. Τον κοίταξε με το βλέμμα παιδούλας που ήταν έτοιμη να υποκύψει σε κάποιο χαριτωμένο παράπτωμα.

Την Κυριακή μετά την νύφη η γιαγιά ήταν η πιο λαμπρή παρουσία. Τους ξάφνιασε όλους με το πανέμορφο φόρεμα και το αστείρευτο κέφι της.

-Βρε της άφησε λεφτά ο μακαρίτης. Ας την να λέει ότι τα βγάζει πέρα με 450 ευρώ. Που τα βρήκε τα λεφτά για τέτοια λούσα. Ούτε νύφη να ήταν.

Ήταν μερικά από τα σχόλια που σιγοψιθύρισαν οι εντιμότατες φίλες της.

Την Τρίτη ξανά πίσω στο πολυκατάστημα με το φόρεμα ανά χείρας η κυρά Θάλεια.

-Γιώργη δεν θα το κρατήσω , άργησα μια μέρα αλλά …. ( σαν να μην ήθελε  να του το πει κάτι, να του εξομολογηθεί)…. να την Κυριακή ....ήταν ο γάμος της εγγονής μου δεν μπορώ να κάνω τέτοια έξοδα ….

Ο Γιώργης πήρε το φόρεμα από την μέση σαν να κρατούσε την Θάλεια αγκαλιά , έκανε μια στροφή ταγκό και το άφησε πάνω στον πάγκο. ( Άρχισε πάλι η ταχυκαρδία και το αίμα να πηγαίνει στο πρόσωπο.)

-Ένα πράγμα να ξέρεις Γιώργη σε ευχαριστώ πολύ.

-Μα δεν έκανα τίποτα καλή μου.

Η κυρά Θάλεια έφυγε. Μια κοπέλα πήρε  το φόρεμα να το τακτοποιήσει. Ένα καρτελάκι κύλησε και ο Γιώργης το πάτησε με το πόδι του. Με αργές κινήσεις το έπιασε. Ήταν το χαρτάκι από ένα καθαριστήριο με ημερομηνία Δευτέρας.

-Α ρε Θάλεια (μονολόγησε) , πάντα αξιοπρεπής περήφανη και ολίγον πονηρή στα γεράματα…. (Κατάλαβε τι είχε συμβεί, είχε βοηθήσει την Θάλεια να δανειστεί ένα φόρεμα για μια μέρα και αυτή το πήγε Δευτέρα στο καθαριστήριο για να το παραδώσει όπως το πήρε αλλά το καρτελάκι την πρόδωσε) .

- Δεσποινίς μην το βάζετε το φόρεμα στις κρεμάστρες τυλίξτε το για δώρο …. Θα το κανονίσω εγώ.

 Από την πλαϊνή τζαμαρία είδε την Θάλεια  να βαδίζει με αργά σταθερά βήματα για μια στιγμή του φάνηκε ότι γύρισε και του χαμογέλασε. Ένοιωσε πάλι την ταχυκαρδία να του κοκκινίζει το πρόσωπο. Όπως τότε στην σχολική εκδρομή στο Κεφαλάρι κατακόκκινος και άλαλος στην έκτη δημοτικού δεν μπόρεσε να της πει ότι ήθελε να τα φτιάξουν….. Ποιος ξέρει ίσως η κρίση του δώσει μια τελευταία ευκαιρία!!!

*Οι ιστορίες είναι σχεδόν πραγματικές.

Η οικονομική κρίση σαν ηφαίστειο που εκρήγνυται πετά σαν λάβες τα αρχέγονα ένστικτα στον ψυχισμό μας. Παραμένει όμως ανθρώπινη επιλογή αν θα πάρουμε το ρίσκο να κυνηγήσουμε την  χαρά, το αντάμωμα μια Θάλειας ή την «ψευτοσιγουριά» της αποφυγής του πόνου έχοντας δυο κιλά ρύζι για να περάσουμε την πείνα μας….

Υγεία - ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ | on line Εφημερίδα | www.anagnostis.org | ΑΡΓΟΛΙΔΑ